Φορολογικός και λογιστικός χειρισμός των κρατήσεων υπέρ τρίτων (ΜΤΠΥ)

Ποια είναι η φορολογική αντιμετώπιση των κρατήσεων υπέρ ΜΤΠΥ για τιμολόγια τα οποία εκδόθηκαν προς Σχολικές Επιτροπές; Θεωρείται παρακρατηθείς φόρος και αφαιρείται από την προκαταβολή φόρου στο κλείσιμο, ή όχι;
 
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
 
Οι κρατήσεις υπέρ τρίτων, που σε κάποιες συναλλαγές με το Δημόσιο, διενεργούνται επί των τιμολογίων πώλησης αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, σε καμιά περίπτωση δεν συνιστούν παρακράτηση φόρου. Ο παρακρατηθείς φόρος, ο οποίος προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 55 του ΚΦΕ (παρ. 1, περ. ε και στ, στο εισόδημα από Εμπορικές Επιχειρήσεις), είναι αυτός και μόνο που, βάσει της βεβαίωσης που χορηγεί αυτός που διενήργησε την παρακράτηση προς τον εκδότη του στοιχείου, θα συμψηφιστεί στο τέλος της χρήσης, κατά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης.
 
Περαιτέρω, οι κρατήσεις υπέρ τρίτων που προβλέπονται από άλλες μη φορολογικές διατάξεις, αναγράφονται επί του τιμολογίου και αφαιρούνται από το εισπρακτέο, για τον εκδότη  (πληρωτέο, για τον λήπτη), τίμημα της συναλλαγής, χωρίς ωστόσο να επηρεάζουν τον υπολογισμό του αναλογούντος ΦΠΑ, ούτε βεβαίως το ποσό της παρακράτησης του φόρου (εφόσον υπάρχει), και αποδίδονται από τον λήπτη του στοιχείου και αγοραστή των αγαθών, στους δικαιούχους τρίτους.
 
Το ΣτΕ με την απόφασή του 322/1985, έκρινε ότι οι κρατήσεις υπέρ τρίτων που αναγράφονται επί των τιμολογίων, κατά την πώληση αγαθών, μειώνουν απευθείας τα ακαθάριστα έσοδα και δεν απαιτείται άλλο παραστατικό έγγραφο για την μείωση αυτή, πέραν αυτού τούτου του τιμολογίου, επί του οποίου αναγράφεται η σχετική κράτηση υπέρ τρίτων. Αναφέρει δε ακριβώς τα εξής: «.. ότι οι κρατήσεις υπέρ των διαφόρων ταμείων επί των τιμολογίων πωλήσεων προς το Δημόσιο δεν αποτελούν επαγγελματική δαπάνη της επιχειρήσεως, κατά την έννοια του άρθρου 35 παρ. 1, του ΝΔ 3323/1955 (σ.σ. πρόκειται για το αντίστοιχο άρθρο 31 του ισχύοντος σήμερα ΚΦΕ, Ν.2238/1994) και δεν απαιτείται η έκδοση αποδείξεως του άρθρου 34 του ΚΦΣ,(σ.σ. πρόκειται για τον ισχύοντα τότε Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, ΠΔ 99/1977, ο οποίος αντικαταστάθηκε από τον ΚΒΣ που ισχύει σήμερα, ΠΔ 186/1992) αλλά κράτηση που επιβάλλεται από τον νόμο υπέρ τρίτων, η οποία μειώνει το ύψος των ακαθαρίστων εσόδων…»
 
Ωστόσο, σύμφωνα με την ισχύουσα σήμερα διάταξη της περίπτωσης ε, της παρ. 1, του άρθρου 31 του ΚΦΕ (πρώτο εδάφιο), κατά την οποία  εκπίπτουν (από τα ακαθάριστα έσοδα) τα ποσά των κάθε είδους φόρων, τελών και δικαιωμάτων που βαρύνουν την επιχείρηση, δεν συνιστάται η αφαίρεση των ποσών αυτών από τις πωλήσεις. Κατά την γνώμη μας, επειδή προβλέπεται σχετικός υπολογαριασμός (μάλιστα υποχρεωτικός, γιατί είναι υπογραμμισμένος) στο Ε.Γ.Λ.Σχέδιο , με τίτλο: 63.98.07 «Κρατήσεις υπέρ Δημοσίου και τρίτων από πωλήσεις προς το Δημόσιο και τα ΝΠΔΔ» , δεν θεωρείται σκόπιμη η άμεση μείωση των πωλήσεων από την σχετική κράτηση υπέρ τρίτων που βαρύνει την επιχείρηση, αλλά η μεταφορά της στην χρέωση του ως άνω λογαριασμού. Ο λογαριασμός αυτός μεταφέρεται, κατά τα γνωστά, στη «Γενική Εκμετάλλευση», στο τέλος της χρήσης. Συνεπώς, οι σε βάρος της επιχείρησης κρατήσεις υπέρ τρίτων που γίνονται από το Δημόσιο και τα ΝΠΔΔ, κατά την εξόφληση από αυτά των τιμολογίων πωλήσεων ή παροχής υπηρεσιών, καταχωρίζονται στον λογαριασμό 63.98.07. Οι κρατήσεις αυτές εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης. Ο ως άνω λογαριασμός δεν σχετίζεται με τυχόν διενέργεια παρακράτησης φόρου. Ο παρακρατηθείς φόρος καταχωρίζεται σε υπολογαριασμό του 33.13 «Ελληνικό Δημόσιο - Προκαταβλημένοι και παρακρατημένοι φόροι».
 
Ανάλογη θα είναι η αντιμετώπιση και στο βιβλίο ΕΣΟΔΩΝ - ΕΞΟΔΩΝ. Τα σχετικά ποσά θα αναγράφονται σε στήλη με δαπάνες ΧΔΕ του ΦΠΑ και με δικαιολογητικό το τιμολόγιο, επί του οποίου έγινε και φαίνεται η κράτηση υπέρ τρίτων.

30.3.2012