Λήψη υπηρεσιών από κυπριακή εταιρεία

Ελληνική εταιρεία έχει συνάψει σύμβαση με Κυπριακή ούτως ώστε η δεύτερη να παράσχει στην πρώτη υπηρεσίες προώθησης πωλήσεων και ανάπτυξης προϊόντων κλπ εντός της Ελλάδος και αμείβεται με ποσοστό επί των πωλήσεων της πρώτης. Έτσι κάθε μήνα οι πωλήσεις της πρώτης πολλαπλασιάζονται με έναν συντελεστή και με βάση αυτό η δεύτερη επιχείρηση εκδίδει ένα invoice για την παροχή της υπηρεσίας της ΧΩΡΙΣ ΦΠΑ. Κατά πόσο αυτή η μη περιστασιακή απασχόληση στην Ελλάδα μια και αυτή παρέχεται συνεχώς μπορεί να επιφέρει προβλήματα με Εισόδημα και ΦΠΑ στην Ελληνική και στην Κυπριακή εταιρεία ?
 
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
 
Όσον αφορά το ζήτημα του ΦΠΑ τόπος παροχής της υπηρεσίας που αναφέρετε, είναι σύμφωνα με τον γενικό κανόνα της παρ.2 του άρθρου 14 του κώδικα ΦΠΑ η χώρα εγκατάστασης του λήπτη, αφού αυτός είναι υποκείμενος στο φόρο. Υπόχρεος για την απόδοση του αναλογούντος ΦΠΑ στην Ελλάδα, είναι ο λήπτης της υπηρεσίας, δηλαδή η Ελληνική εταιρεία. Έτσι ορθώς η Κυπριακή εταιρεία δεν χρεώνει ΦΠΑ στο invoice που εκδίδει. Περαιτέρω όμως η Ελληνική εταιρεία υποχρεούται να περιλάβει την αξία του τιμολογίου στην περιοδική δήλωση ΦΠΑ της οικείας περιόδου, στη στήλη των φορολογητέων εκροών – ενδοκοινοτικών αποκτήσεων (με τον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ, κωδ.303) ώστε να αποδώσει τον οφειλόμενο ΦΠΑ και ταυτόχρονα και στη στήλη των φορολογητέων εισροών (επίσης στον κανονικό συντελεστή, κωδ.353) ώστε να ασκήσει και το δικαίωμα έκπτωσης του ΦΠΑ όπως δικαιούται. Η διαδικασία αυτή (χρεοπίστωση του ΦΠΑ) παράγει βέβαια μηδενικό αποτέλεσμα όσον αφορά το υπόλοιπο του ΦΠΑ αφού τα δύο αναλογούντα ποσά ΦΠΑ ταυτίζονται. Επίσης το ίδιο ποσό του τιμολογίου, θα αναγραφεί και στον κωδικό 344 της περιοδικής δήλωσης ΦΠΑ, για πληροφοριακούς λόγους. Πέραν τούτου η Ελληνική επιχείρηση (όπως αντίστοιχα στη χώρα της και η Κυπριακή) θα πρέπει να συμπεριλάβει το ποσό του τιμολογίου στον ανακεφαλαιωτικό πίνακα ενδοκοινοτικών αποκτήσεων αγαθών και λήψης υπηρεσιών της οικείας περιόδου. Η Κυπριακή, στον ανακεφαλαιωτικό πίνακα ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών και παρεχόμενων υπηρεσιών.
 
Όσον αφορά το εισόδημα, υπάρχει κάποιο θέμα για την Ελληνική εταιρεία. Ο λόγος είναι ότι σύμφωνα με το άρθρο 51Β του ΚΦΕ όπως τροποποιήθηκε με το Ν.3943/2011 και ισχύει από 31/3/2011 και μετά, δεν αναγνωρίζονται κατ’ αρχήν για έκπτωση οι δαπάνες που καταβάλλονται σε εταιρείες που εδρεύουν σε χώρες με προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Ως τέτοιες χαρακτηρίζονται σύμφωνα με το άρθρο 51Α οι χώρες στις οποίες ο φορολογικός συντελεστής είναι ίσος ή κατώτερος του 60% του αντίστοιχου Ελληνικού συντελεστή. Για το λόγο αυτό η Κύπρος εντάσσεται στις χώρες με προνομιακό φορολογικό καθεστώς και η σχετική δαπάνη δεν αναγνωρίζεται κατ’ αρχήν για έκπτωση. Ωστόσο η συγκεκριμένη διάταξη θεωρείται από το Νόμο μαχητή. Δηλαδή μπορεί να αναγνωριστεί για έκπτωση η δαπάνη εφόσον η ενδιαφερόμενη εταιρεία (η Ελληνική, στην προκειμένη περίπτωση) αποδείξει ότι η συναλλαγή αυτή είναι πραγματική και παραγωγική. Τα κριτήρια βάσει των οποίων μπορεί να γίνει αποδεκτός ο ισχυρισμός αυτός έχουν παρατεθεί από τη διοίκηση στην πρόσφατα εκδοθείσα ΠΟΛ.1225/26.10.2011.
 
Ως τέτοια, ενδεικτικά αναφέρονται στην εν λόγω εγκύκλιο:
- η ύπαρξη εμπορικής συμφωνίας ή σύμβασης έργου με την αλλοδαπή εταιρεία, που να ορίζει τους όρους της συναλλαγής (αντικείμενο, διάρκεια, τίμημα, τρόπους πληρωμής και υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών) και να έχει κατατεθεί στη Δ.Ο.Υ. με βάση τις διατάξεις της παρ. 16 του άρθρου 8 του Ν. 1882/1990 (τριμηνιαίες καταστάσεις),
- η καταβολή του τιμήματος αγοράς (τιμολόγια και τραπεζικά εμβάσματα),
- η αλλοδαπή εταιρεία να πραγματοποιεί ουσιαστική επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένη
- η δαπάνη να είναι παραγωγική, 
- το τίμημα να μην διαφέρει από τα κρατούντα σε ανάλογες συναλλαγές κλπ.
 
Εάν πληρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις και η εταιρεία αποφασίσει την έκπτωση της σχετικής δαπάνης, θα ήταν σκόπιμο κατά την άποψή μας να τηρεί φάκελο που θα αποδεικνύει την ακρίβεια των ισχυρισμών της, καθώς ειδικά στις περιπτώσεις λήψης υπηρεσιών τα παραπάνω στοιχεία και δεδομένα αποτελούν αντικείμενο κρίσης του φορολογικού ελέγχου, ο οποίος τελικά θα αποφανθεί επί του δικαιώματος έκπτωσης ή όχι της σχετικής δαπάνης.

4.1.2012