Παρακράτηση φόρου σε δικηγόρους

Δικηγόρος ο οποίος εκδίδει αποδείξεις σε τράπεζα άνω των 300 ευρώ η καθεμία θα πρέπει να έχει παρακράτηση 20% ακόμη κι αν αφόρα προεισπράξεις;
σημειώνω ότι στις προεισπράξεις έχει παρακρατηθεί φόρος 15% για τον οποίο είναι υποχρεωμένος ο δικηγόρος να τον πληρώσει.
μέχρι 1/7/2011 δεν κάναμε στις ΑΠΥ παρακράτηση 20% διότι είχαν το 15% τώρα όμως που οι προεισπράξεις αποσυνδέθηκαν από τις ΑΠΥ και είναι έξοδο του δικηγόρου τι κάνουμε;

 

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Αρχικά, χρήσιμο είναι να δούμε την διαφορά μεταξύ της προκαταβολής φόρου και της παρακράτησης φόρου. Γενικά, η διενέργεια προκαταβολής φόρου (άρθρο 52 του ΚΦΕ), πρέπει να προϋποθέτει την ύπαρξη ποσού φόρου. Υπολογίζεται βάσει ποσοστού επί συγκεκριμένου ποσού φόρου, ο οποίος βεβαιώθηκε σύμφωνα με την  υποβληθείσα φορολογική δήλωση. Αφορά δε τα εισοδήματα του διανυόμενου οικονομικού έτους (όταν αυτά εκκαθαριστούν). Αν δεν υπάρξει φόρος, ή προκύψει επιστροφή φόρου, δεν υπολογίζεται νέα προκαταβολή φόρου. Επίσης δεν υπολογίζεται προκαταβολή φόρου, κατά ρητή διατύπωση του νόμου, όταν το εισόδημα του φορολογούμενου προέρχεται αποκλειστικά από μισθωτές υπηρεσίες, ή από ιδιοκατοίκηση. Ωστόσο, κατ εξαίρεση,  υπολογίζεται προκαταβλητέος φόρος, δηλαδή φόρος που πρέπει να προκαταβληθεί, ανεξαρτήτως της ύπαρξης βεβαιωμένου φόρου (επί του οποίου κανονικά, θα πρέπει να υπολογίζεται η προκαταβολή), επί συμβατικών αμοιβών αρχιτεκτόνων και μηχανικών, για εκπόνηση μελετών και σχεδίων και επί πλέον, μετά τις αλλαγές που έφερε ο Ν.3943/2011, σε συνδυασμό με τον Ν. 3919/2011 (για την απελευθέρωση των επαγγελμάτων), προκαταβλητέος φόρος υπολογίζεται και επί των δικηγορικών αμοιβών
 
Περαιτέρω,  ο υπολογισμός της παρακράτησης φόρου προϋποθέτει εισόδημα (άρθρα 54 έως και 58, του ΚΦΕ) και στην περίπτωση του δικηγόρου αμοιβή (όπως και για κάθε ελεύθερο επαγγελματία). Αυτός είναι ο λόγος που οι σχετικές διατάξεις για την παρακράτηση φόρου, αναφέρονται διακεκριμένα σε κάθε πηγή εισοδήματος. Έτσι, έχουμε την γνωστή παρακράτηση ΦΜΥ, βάσει της κλίμακας του άρθρου 9, εφόσον αποκτάται τέτοιο εισόδημα, ή την παρακράτηση φόρου με ποσοστό 20%, επί των αμοιβών (που υπερβαίνουν τα 300€) των ελευθέρων επαγγελματιών, όταν ο αντισυμβαλλόμενος είναι επιτηδευματίας κ.λπ. Ομοίως, όταν έχουμε εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις, οπότε ενεργείται κατά περίπτωση παρακράτηση φόρου (πωλήσεις προς το Δημόσιο, μισθός μελών ΔΣ με βάση ειδική σχέση μίσθωσης εργασίας ή εντολής κ.λπ.), ή όταν έχουμε παρακράτηση φόρου επί τόκων (εισόδημα από κινητές αξίες) κ.ο.κ.
 
Σε ότι αφορά την προκαταβολή φόρου 15% επί των δικηγορικών αμοιβών, σύμφωνα με τις οδηγίες που δόθηκαν αρμοδίως (πολ 1210/6-10-2011), αυτή υπολογίζεται από τους οικείους Δικηγορικούς Συλλόγους  επί των ακαθαρίστων  αμοιβών, για παραστάσεις ενώπιον των δικαστηρίων, όπως αυτές ισχύουν  βάσει των διατάξεων του άρθρου 92 του ΝΔ 3026/1954  (Κώδικας περί Δικηγόρων). Κατά την γνώμη μας θα έπρεπε να είναι παρακράτηση φόρου, όχι προκαταβολή. Η άποψη αυτή στηρίζεται στο γεγονός ότι ο υπολογισμός γίνεται επί εισοδήματος και όχι επί φόρου. Απόδειξη των ανωτέρω απόψεων είναι ότι σε άλλο σημείο, ορθώς, ο νομοθέτης αναφέρει πως δεν αποδίδεται προκαταβλητέος φόρος στις περιπτώσεις που ενεργείται παρακράτηση φόρου. Επομένως, όταν ο δικηγόρος παρέχει υπηρεσίες σε επιτηδευματία, ο οποίος θα προβεί σε παρακράτηση φόρου, κατά την καταβολή ή την εκκαθάριση της αμοιβής προς αυτόν, δεν επιτρέπεται να υπολογίζεται προκαταβλητέος φόρος (περ β, παρ 5, άρθρου 52, ΚΦΕ).
 
Το πρόβλημα με τους Δικηγορικούς Συλλόγους είναι, παρόλο που η παραπάνω διάταξη είναι σαφής, ότι δεν έχουν δοθεί αρμοδίως (από το Υπουργείο Οικονομικών, δηλαδή), οι σχετικές οδηγίες ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα χειρίζονται την διενέργεια ή μη της προκαταβολής φόρου, βάσει στοιχείων που θα προσκομίζει ο δικηγόρος. ʼποψη μας είναι ότι ο δικηγόρος πρέπει να προβάλλει το επιχείρημα ότι δεν είναι σωστό να διενεργείται προκαταβολή φόρου, εφόσον θα ακολουθήσει υποχρεωτικά, παρακράτηση φόρου από τον λήπτη της υπηρεσίας και καταβάλλοντα την αμοιβή, επιτηδευματία.

2.1.2012