Δημιουργία εταιρείας παροχής ιατρικών υπηρεσιών

Ιατροί με ατομικό επάγγελμα διαφορετικής ειδικότητας και με διαφορετικές έδρες, θέλουν να συστήσουν ομόρρυθμη εταιρεία, για φορολογικούς λόγους με  ένα ιατρείο κεντρικό και το άλλο ως υποκατάστημα. Είναι εφικτό αυτό; Ποιες οι προϋποθέσεις; Θα τηρούν ξεχωριστά βιβλία; Μπορούν να είναι και περισσότεροι σε διαφορετικούς νομούς; Συμφέρει περισσότερο η σύσταση ΟΕ, ή η δημιουργία  μονοπρόσωπων ΕΠΕ; (Λαμβανομένων υπόψη και των νέων φορολογικών μέτρων, όπου πιθανότατα, η φορολόγηση των κερδών θα γίνεται με τις γενικές διατάξεις).

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Δύο ή περισσότεροι ιατροί μπορούν να συστήσουν εταιρεία, διατηρώντας ενδεχομένως, παράλληλα και την δραστηριότητα του ιατρού - ελεύθερου επαγγελματία. Το γεγονός ότι ασκούν διαφορετικές ειδικότητες, σαφώς δεν εμποδίζει την δημιουργία εταιρείας. Επιπλέον, στην περίπτωση που μετά την ίδρυση της εταιρείας, επιθυμούν να λειτουργήσουν υποκαταστήματα σε διαφορετικές πόλεις, θα έχουν εφαρμογή  οι διατάξεις του ΚΒΣ περί υποκαταστημάτων (άρθρο 9), καθώς και η τήρηση της αναγκαίας διαδικασίας για την σύστασή τους (υποβολή δήλωσης στην αρμόδια ΔΟΥ της έδρας – έντυπο Μ10, θεώρηση φορολογικών στοιχείων του υποκαταστήματος κ.λπ.). Σημειώνουμε, ότι το υποκατάστημα (δηλαδή η εγκατάσταση, στην οποία ενεργείται παραγωγική ή συναλλακτική δραστηριότητα), τηρεί ιδιαίτερα λογιστικά βιβλία, της ίδιας κατηγορίας με αυτά της έδρας. Αν το κεντρικό τηρεί βιβλία Β’ κατηγορίας, το υποκατάστημα θα τηρήσει ιδιαίτερο βιβλίο Εσόδων – Εξόδων. Αν το κεντρικό τηρεί βιβλία Γ’ κατηγορίας, ο επιτηδευματίας έχει την δυνατότητα να επιλέξει μεταξύ της λογιστικής εξάρτησης του υποκαταστήματος (από την έδρα), ή της λογιστικής αυτοτέλειάς του (βλέπε σχετικά, παρ.2 του άρθρου 9, του ΚΒΣ). Σε κάθε περίπτωση το υποκατάστημα θα τηρήσει τα δικά του βιβλία.

Σε ότι αφορά την επιλογή του νομικού τύπου (ΟΕ, ΕΕ, ΕΠΕ, ΑΕ) της εταιρείας που θα συσταθεί από δύο ή περισσότερους ιατρούς ή ακόμη και η σύσταση μονοπρόσωπης ΕΠΕ, είναι σαφές ότι αυτή, πρέπει να προκύψει από την ανάλυση όλων των παραμέτρων που προσδιορίζουν τον τρόπο φορολόγησης του αποκτηθέντος εισοδήματος, αλλά και τη σχέση μεταξύ των εταίρων (ή μετόχων στην περίπτωση της ΑΕ), την ευθύνη και τον βαθμό συμμετοχής στη διοίκηση του καθενός κ.λπ. Η ανάλυση αυτή θα πρέπει να βασίζεται σε συγκεκριμένο ύψος φορολογητέου εισοδήματος, προκειμένου να οδηγήσει σε ασφαλή συμπεράσματα. Σημειώνεται δε, ότι η δημιουργία μιας εταιρείας, σε κάθε περίπτωση, συνεπάγεται πρόσθετο διαχειριστικό κόστος (σύστασης, λογιστικής παρακολούθησης κ.λπ.).

Βάσει των ανακοινώσεων του Υπουργείου Οικονομικών, αλλά και της γενικότερης φημολογίας, θα υπάρξει αλλαγή του τρόπου φορολόγησης των μερισμάτων των ΑΕ χωρίς να έχει διευκρινιστεί αν η αλλαγή αυτή θα καταλαμβάνει και τις ΕΠΕ ή αν θα υπάρξει κάποια ανάλογη μεταβολή στη φορολογία των λοιπών προσωπικών εταιρειών (ΟΕ, ΕΕ κ.λπ.). Σε κάθε περίπτωση, η διαφαινόμενη πρόθεση της πολιτείας είναι, να ελαχιστοποιηθούν οι περιπτώσεις εισοδημάτων με αυτοτελή φορολόγηση και να έχουν ευρύτερη εφαρμογή οι γενικές διατάξεις φορολογίας. Αυτό μπορεί να σημαίνει, ότι τα κέρδη των νομικών προσώπων που διανέμονται, θα φορολογούνται επί τη βάσει ενιαίας κλίμακας φορολογίας, στο όνομα του εταίρου – φυσικού προσώπου, αθροιζόμενα με τυχόν άλλα εισοδήματα που αποκτά.

Θεωρούμε, τέλος, σκόπιμο να αναφέρουμε ότι σύμφωνα με γνωμοδότηση του ΝΣΚ υπ. αριθμ. 251/1986 έγινε δεκτό ότι το εισόδημα της ΕΠΕ θεωρείται εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις (Δ΄ πηγή), ακόμη και όταν το αντικείμενο εργασιών της ανήκει  στα ελευθέρια επαγγέλματα του άρθρου 48 του Ν 2238/1994, στα οποία περιλαμβάνεται και το επάγγελμα του ιατρού. Αντίθετα, το εισόδημα που αποκτάται από ΟΕ, στην οποία συμμετέχουν ιατροί και παρέχουν οι ίδιοι της υπηρεσίες τους σε ασθενείς, θεωρείται εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα. Επί του ανωτέρω εισοδήματος ως γνωστόν, διενεργείται παρακράτηση φόρου 20% επί της ακαθάριστης αμοιβής, εφόσον ο καταβάλλων την αμοιβή είναι επιτηδευματίας και τηρεί βιβλία Β’ ή  Γ’ κατηγορίας του ΚΒΣ. (παρ. 1, του άρθρου 58 του ΚΦΕ).

3.3.2010