Διακίνηση υλικών από ηλεκτρολόγο

Με ποιο τρόπο διακινεί ο ηλεκτρολόγος τα υλικά που πρόκειται να τοποθετήσει ή να χρησιμοποιήσει, σε εργασίες παροχής υπηρεσιών προς τους πελάτες του; Τι είναι το τιμολόγιο έργων; Πώς φορολογείται ο ηλεκτρολόγος; Πότε θεωρείται ότι παρέχει υπηρεσίες και πότε ότι ασκεί εμπορία;
 
Απάντηση:
 
Παροχή υπηρεσιών γενικά, χαρακτηρίζεται κάθε πράξη που δεν είναι παράδοση (πώληση) αγαθού (παράγραφος 1 του άρθρου 8 του Ν.2859/2000, Κώδικας ΦΠΑ).
 
Περαιτέρω, σύμφωνα με τον ΚΒΣ (ΠΔ 186/92, υποπερίπτωση δδ’, της περίπτωσης δ’, της παραγράφου 2, του άρθρου 3), ως παροχή υπηρεσιών θεωρείται και η περίπτωση κατά την οποία χρησιμοποιούνται υλικά, των οποίων το κόστος σε κάθε περίπτωση δεν υπερβαίνει το 1/3 της συνολικής αμοιβής (με την προϋπόθεση βέβαια, ότι από την χρησιμοποίηση των υλικών αυτών, δεν παράγεται νέο είδος αγαθού).
 
Είναι σαφές ότι η διάταξη αυτή αναφέρεται σε υλικά που ανήκουν στον παρέχοντα την υπηρεσία (για το ερώτημά σας: στον ηλεκτρολόγο) και τα οποία αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για την ολοκλήρωση της εργασίας του. Τα υλικά αυτά, σε κάθε περίπτωση, δεν συνιστούν αγαθό προς πώληση, αλλά είναι απλά μέσα για την διευκόλυνση της παροχής της υπηρεσίας. Στην περίπτωση αυτή, τα ως άνω υλικά χαρακτηρίζονται έξοδα για τον επιτηδευματία ηλεκτρολόγο, καταχωρίζονται ως τέτοια στο βιβλίο ΕΣΟΔΩΝ – ΕΞΟΔΩΝ, ενώ ο ίδιος κατατάσσεται αμιγώς, στους παρέχοντες υπηρεσίες. Εκδίδει δε ΑΠΥ για την παροχή υπηρεσιών προς ιδιώτες και ΤΠΥ προς επιτηδευματίες ή προς τα πρόσωπα των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 2 του ΚΒΣ.
 
Αντίθετα, αν ο ηλεκτρολόγος, παράλληλα με την παροχή ηλεκτρολογικών υπηρεσιών, διαθέτει και σχετικά ηλεκτρολογικά είδη (τα οποία ενδεχομένως εγκαθιστά στον τόπο που θα υποδείξει ο πελάτης του), τότε ασκεί και εμπορία, οπότε χαρακτηρίζεται ως ενεργών μικτή δραστηριότητα (παράγραφος 1, του άρθρου 3). Συνεπώς, θα πρέπει να εκδίδει ΑΠΥ ή ΤΠΥ (αναλόγως) για την είσπραξη της αμοιβής του και ΑΛΠ ή Τ-ΔΑ για τις πωλήσεις των αγαθών. Σημειώνουμε, ότι εδώ, εφόσον παρέχεται υπηρεσία και ταυτόχρονα χρησιμοποιούνται υλικά που η αξία τους είναι μεγαλύτερη από το 1/3 της συνολικής αμοιβής, επιτρέπεται η έκδοση ενός στοιχείου, δηλαδή ΤΠΥ ή ΑΠΥ, στο οποίο θα αναγράφονται διακεκριμένα και αναλυτικά τα υλικά με την αξία του καθενός και φυσικά η αμοιβή για την παροχή της υπηρεσίας.
 
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι:
 
(α) όταν ο ηλεκτρολόγος αγοράζει διάφορα υλικά που ο ίδιος θα χρησιμοποιήσει για την παροχή υπηρεσιών προς πελάτες του, θα ζητήσει την έκδοση Τ-ΔΑ στο όνομά του. Τα υλικά αυτά είναι έξοδα. Για την αμοιβή του θα εκδώσει ΑΠΥ ή ΤΠΥ, ενώ δεν χρειάζεται να αναφέρει στα παραστατικά αυτά τα χρησιμοποιηθέντα υλικά.
 
(β) αν πρόκειται για υλικά ή είδη που επιβαρύνουν τον πελάτη (έχει συμφωνηθεί, δηλαδή, να πληρώσει ο πελάτης), θα εκδοθεί ΑΛΠ (εφόσον ο πελάτης είναι ιδιώτης), ή Τ-ΔΑ στο όνομα του επιτηδευματία πελάτη. Τα παραστατικά θα παραδοθούν μαζί με τα αγαθά στον πελάτη, ενώ μετά την ολοκλήρωση της υπηρεσίας του, ο ηλεκτρολόγος θα εκδώσει ΑΠΥ ή ΤΠΥ.
 
Σχετικά με το ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ για τεχνικά έργα ή άλλες εγκαταστάσεις, η Ερμηνευτική Εγκύκλιος 3/1992, στην παράγραφο 12.5.1, αναφέρεται αναλυτικά στο θέμα (Βλέπε ΚΒΣ 2009, σελίδα 822). Συμπληρωματικά σημειώνουμε ότι ως προς την εκτέλεση τεχνικού έργου με ή χωρίς υλικά, διακρίνουμε τις παρακάτω περιπτώσεις;
 
1. τεχνικό έργο με χρήση υλικών του ηλεκτρολόγου, θα εκδοθεί Τ-ΔΑ ή ΑΛΠ (πρόκειται για παραγωγή αγαθού).
2. τεχνικό έργο με χρήση υλικών που ανήκουν στον ιδιοκτήτη, θα εκδοθεί ΤΠΥ ή ΑΠΥ (πρόκειται για παροχή υπηρεσίας).
3. επισκευές, ή συντηρήσεις τεχνικών έργων, εφόσον χρησιμοποιούνται υλικά η αξία των οποίων δε υπερβαίνει το 1/3 της συνολικής αμοιβής, θα εκδοθεί ΤΠΥ ή ΑΠΥ.
 
Ο ηλεκτρολόγος, ως επιχείρηση παροχής υπηρεσιών, προσδιορίζει τα κέρδη του με λογιστικό τρόπο (άρθρο 31 του ΚΦΕ). Αν ασκεί και εμπορική δραστηριότητα (πώληση αγαθών), τότε αφού επιμερίσει τις κοινές δαπάνες, θα προχωρήσει επίσης σε λογιστικό προσδιορισμό και για την δραστηριότητα αυτή, με την ανάλογη διαχείριση των αποθεμάτων (ή θα διενεργήσει απογραφή, ή θα λαμβάνει το 10% των αγορών κ.λπ., για τον προσδιορισμό του κόστους των πωληθέντων).
 
Τέλος για την περαίωση των φορολογικών δηλώσεων χωρίς έλεγχο (άρθρα 13 έως 17 του Ν.3296/2004), η οποία αφορά μικτές επιχειρήσεις (πώληση αγαθών ή παραγωγή προϊόντων και παροχή υπηρεσιών), επισημαίνουμε ότι τα καθαρά κέρδη προσδιορίζονται χωριστά για κάθε δραστηριότητα, δηλαδή τόσο για την εμπορία, όσο και για την παροχή υπηρεσιών. Περαιτέρω, τα καθαρά κέρδη της εμπορικής δραστηριότητας δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να είναι μικρότερα των προσδιοριζόμενων βάσει των λογιστικών βιβλίων, ενώ και τα καθαρά κέρδη συνολικά της επιχείρησης και από τις δύο δραστηριότητες, δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να είναι μικρότερα του συνόλου των λογιστικών κερδών των δραστηριοτήτων, όπως αυτά προκύπτουν βάσει βιβλίων.
 
26.1.2010