Επέκταση δραστηριότητας Κυπριακής εταιρείας στην Ελλάδα

Μία κυπριακή εταιρεία (Ltd) παροχής συμβουλευτικών-οικονομικών υπηρεσιών με έδρα την Κύπρο εάν δραστηριοποιηθεί και στην Ελλάδα (εντός Ε.Ε.) α) Φορολογείται και πόσο; β) Τι συμβαίνει με τους διαφορετικούς συντ. ΦΠΑ; γ)Αναγνωρίζονται και εκπίπτουν τα τιμολόγια δαπανών των Κυπριακών εταιρειών στα ελληνικά βιβλία; δ) Ποιες διαδικασίες χρειάζονται για να δραστηριοποιηθεί η Κυπριακή ΕΠΕ στην Ελλάδα;
 
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
 
Μία κυπριακή εταιρεία μπορεί να πραγματοποιεί συναλλαγές στην Ελλάδα με τους ακόλουθους τρόπους: 1) Ενδοκοινοτικά, χρησιμοποιώντας το κυπριακό της ΑΦΜ/ΦΠΑ, εφόσον είναι ενταγμένη στο σύστημα VIES των κρατών - μελών της ΕΕ, 2) Ιδρύοντας υποκατάστημα στην Ελλάδα, 3) μέσω φορολογικού εκπροσώπου.
 
Αναλύοντας τις παραπάνω τρεις περιπτώσεις αναφέρουμε ότι η δραστηριοποίηση της ξένης εταιρείας στην ελληνική αγορά με τη χρήση του δικού της (ξένου) ΑΦΜ (1η περίπτωση) παρέχει την δυνατότητα φορολόγησης του εισοδήματος που αποκτά από τις συναλλαγές αυτές βάσει του φορολογικού καθεστώτος της Κύπρου. Αντιθέτως, η ίδρυση υποκαταστήματος στην Ελλάδα [1] δημιουργεί ταυτόχρονα την υποχρέωση έκδοσης ελληνικού ΑΦΜ (παρ. 1, άρθρο 2, της Πολ.1106/1998 σε συνδυασμό με την παρ. 3, του άρθρου 36, του Ν 2859/2000). Κατ’ επέκταση, με τη δημιουργία υποκαταστήματος στην Ελλάδα, η κυπριακή εταιρεία αναλαμβάνει και τις υποχρεώσεις που ορίζονται από τα άρθρα 36 και 38 του ΦΠΑ (δήλωση έναρξης εργασιών, υποβολής περιοδικών δηλώσεων και εκκαθαριστικής δήλωσης ΦΠΑ, κ.λπ.) και γενικότερα την εφαρμογή των διατάξεων περί τήρησης βιβλίων και στοιχείων (ΠΔ 186/1992) και φορολογίας εισοδήματος (Ν 2238/1994).
 
Επιπλέον, αναφέρουμε ότι ο ορισμός φορολογικού εκπροσώπου [2] από την κυπριακή εταιρεία στην Ελλάδα, όπως ακριβώς και στην περίπτωση της ίδρυσης υποκαταστήματος, δημιουργεί την υποχρέωση έκδοσης ελληνικού ΑΦΜ για τον εντολέα – κυπριακή επιχείρηση. Επομένως, για το εισόδημα που προκύπτει από τις συναλλαγές που πραγματοποιούνται με τη χρησιμοποίηση του ανωτέρω ΑΦΜ, η κυπριακή επιχείρηση υποχρεούται να υποβάλει φορολογική δήλωση στην Ελλάδα (παρ. 1, του άρθρου 107 του ΚΦΕ). Η φορολόγηση του ανωτέρω εισοδήματος γίνεται αυτοτελώς με παρακράτηση φόρου 20% επί της ακαθάριστης αμοιβής προς την κυπριακή επιχείρηση (περ. β, της παρ. 6, του άρθρου 13 του ΚΦΕ). Εν τούτοις, οι αμοιβές για παροχή συμβουλών που καταβάλλονται σε αλλοδαπές επιχειρήσεις που δεn διαθέτουν μόνιμη εγκατάσταση στην  Ελλάδα, εμπίπτουν κατά τη γνώμη μας στις διατάξεις του άρθρου 11, της οικείας ΣΑΔΦ (Σύμβασης Αποφυγής Διπλής Φορολογίας μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου – ΑΝ 573/1968), σύμφωνα με τις οποίες τόπος φορολογίας ορίζεται η χώρα της έδρας του παρέχοντος την υπηρεσία, δηλαδή η Κύπρος. Προκειμένου, λοιπόν, η αλλοδαπή επιχείρηση να τύχει απαλλαγής από τη φορολογία στην Ελλάδα, θα πρέπει να υποβάλει σχετική αίτηση για εφαρμογή της ΣΑΔΦ.
 
Το σχετικό πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας το οποίο εκδίδεται από την αρμόδια φορολογική αρχή της χώρας που εδρεύει η ξένη εταιρεία, συνυποβάλλεται στο ίδιο έντυπο της αίτησης (βλ. http://www.nb.org/epixeirisi/assets/sadf.pdf).
 
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την ανωτέρω διαδικασία αρμόδια είναι η Διεύθυνση Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του ΥΠΟΟ, Πανεπιστημίου 20, ΤΚ 101 84, τηλ. (210) 3375197 - (210) 3605825.
 
Περαιτέρω, θα θέλαμε να τονίσουμε ότι:
 
1) Με την εφαρμογή του άρθρου 22, του Ν 3763/2009, η παροχή συμβουλευτικών και οικονομικών υπηρεσιών φορολογείται για σκοπούς ΦΠΑ, στην Ελλάδα, εφόσον ο λήπτης των υπηρεσιών αυτών είναι εγκατεστημένος στη χώρα αυτή (ισχύς από 1.1.2010, βλ. και Πολ. 1136/2009). Το ίδιο καθεστώς ίσχυε και πριν την αντικατάσταση του άρθρου 14 του Ν 2859/2000 από το άρθρο 22, του Ν 3763/2009, προκειμένου για την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών (περ. β, παρ. 3, του «παλιού» άρθρου 14). Συνεπώς, εφόσον η κυπριακή επιχείρηση παρέχει υπηρεσίες ενδοκοινοτικά (βλ. 1η περίπτωση ανωτέρω) δεν θα υπολογίζει ΦΠΑ στα τιμολόγιά της προς την ελληνική.
 
2) Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2, του άρθρου 101, του ΚΦΕ, για τον προσδιορισμό του καθαρού φορολογητέου κέρδους που προκύπτει από τη δραστηριότητα της μόνιμης εγκατάστασης ξένης επιχείρησης στην Ελλάδα, λαμβάνονται υπόψη και τα γενικά έξοδα διαχείρισης που πραγματοποιούνται από την έδρα της αλλοδαπής επιχείρησης. Το συνολικό ποσό των εξόδων αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει το 5% των αντίστοιχων εξόδων διοικητικής λειτουργίας που πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα από την μόνιμη εγκατάσταση της ξένης επιχείρησης.
 
Τέλος αναφέρουμε ότι οι επιχειρήσεις της Κύπρου δεν θεωρούνται (δεν είναι κατ’ ανάγκη) «εξωχώριες» σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του Ν 3091/2002 και των οδηγιών της Πολ. 1041/2003. Συνεπώς, οι σχετικές δαπάνες που πραγματοποιεί μία ελληνική επιχείρηση προς μία κυπριακή εταιρεία αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της, εφόσον καλύπτονται από νόμιμα δικαιολογητικά.
 
[1] Σχετικά με την διαδικασία ίδρυσης υποκαταστήματος από αλλοδαπή επιχείρηση,  βλέπε παρ. 4, Πολ.1102/2005.
[2] Σχετικά με τη διαδικασία διορισμού και τις υποχρεώσεις του φορολογικού εκπροσώπου βλέπε τις παρ. 4 - 6, της Πολ.1010/2003.
 
7.1.2010