Προσδιορισμός καθαρού εισοδήματος μηχανικού

Μηχανολόγος-μηχανικός με βιβλία εσόδων-εξόδων με ποιο τρόπο φορολογείται; Με εξωλογιστικό προσδιορισμό ή με λογιστικό;
 
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
 
Σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 49 του ΚΦΕ (Ν.2238/94),  στις αμοιβές των αρχιτεκτόνων και μηχανικών, που αφορούν την σύνταξη μελετών και σχεδίων οικοδομικών και λοιπών τεχνικών έργων, την επίβλεψη της εκτέλεσής τους, την διεύθυνση της εκτέλεσής τους, καθώς και την ενέργεια πραγματογνωμοσυνών και διαιτησιών σχετικών με αυτά τα έργα, κατ’εξαίρεση (από τον γενικό κανόνα που ισχύει για τους υπόλοιπους ελεύθερους επαγγελματίες του άρθρου 48), εφαρμόζεται ο εξωλογιστικός προσδιορισμός του εισοδήματος. Το καθαρό εισόδημα αρχιτεκτόνων και μηχανικών, εξευρίσκεται με την χρήση συντελεστών (όπως περιγράφονται στις περιπτώσεις α έως και ε, της ως άνω παραγράφου), επί των ακαθαρίστων νομίμων αμοιβών τους. Στις αμοιβές αυτές συμπεριλαμβάνονται και τυχόν τόκοι υπερημερίας, λόγω καθυστέρησης στην καταβολή τους. Αξίζει να επισημάνουμε ότι δεν λαμβάνονται υπόψη εκπτώσεις (επί των ΑΠΥ), ή πιστωτικά τιμολόγια εκπτώσεων, που μειώνουν την νόμιμη αμοιβή. Οι συντελεστές εφαρμόζονται επί των νομίμων αμοιβών, πριν από οποιαδήποτε μείωσή τους. Σημειώνουμε επίσης, ότι σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 50 του ΚΦΕ, ο τεκμαρτός προσδιορισμός του καθαρού εισοδήματος των αρχιτεκτόνων και μηχανικών από την σύνταξη μελετών και σχεδίων οικοδομικών έργων, την επίβλεψη της εκτέλεσής τους και την ενέργεια πραγματογνωμοσύνης σχετικής με αυτά τα έργα, υπολογίζεται στο ποσό της συμβατικής αμοιβής, για την εκπόνηση σχεδίων ή μελετών και επίβλεψη έργων του Δημοσίου, ΝΠΔΔ, δημοσίων επιχειρήσεων κ.λπ. και στο ποσό της νόμιμης αμοιβής, για τις υπόλοιπες περιπτώσεις.
 
Περαιτέρω, κατά ρητή διατύπωση του νόμου (τρίτο από το τέλος εδάφιο, της  παραγράφου 5, του άρθρου 49), στο καθαρό εισόδημα που προκύπτει με την εφαρμογή των συντελεστών, προστίθενται τόσο οι τόκοι από συναλλακτικές πράξεις, όσο και τα ποσά που προκύπτουν από την αυτόματη υπερτίμηση κεφαλαίου του μηχανικού ή του αρχιτέκτονα (πχ διαφορά μεταξύ τιμής πώλησης και τιμής αγοράς, ενός πάγιου περιουσιακού στοιχείου).
 
Στη συνέχεια, από τα αναγραφόμενα στα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 5, του ως άνω άρθρου 49, προκύπτει ότι ο αρχιτέκτονας ή ο μηχανικός, πρέπει να καταχωρίζει τα δικαιολογητικά των πραγματικών δαπανών του στα τηρούμενα βιβλία. Εφόσον δε, οι δαπάνες αυτές διαφέρουν από τις τεκμαρτές (που προκύπτουν ως το συμπληρωματικό ποσοστό, μέχρι το 100%, του συντελεστή που εφαρμόσθηκε επί των ακαθαρίστων αμοιβών), κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 20%, τότε οι συντελεστές αυξάνονται κατά 20% επίσης.
 
Παράδειγμα: Ακαθάριστες αμοιβές για το 2009, μηχανικού για μελέτη – επίβλεψη κτιριακών έργων, 100.000 ευρώ. Στα βιβλία του έχουν καταχωρισθεί δαπάνες χρήσης 20.000 ευρώ. Ο συντελεστής που πρέπει να εφαρμοσθεί, σύμφωνα με το άρθρο 49, παράγραφος 5, είναι 38%.
 
Συνεπώς, το ποσοστό των τεκμαρτών δαπανών του είναι 62% (100% - 38%) και οι τεκμαρτές δαπάνες: 100.000 Χ 62% = 62.000 ευρώ. Όμως:
 
62.000 - 20.000 = 42.000 > 12.400,  (δηλαδή, 62.000 Χ 20%).
 
Ο συντελεστής επομένως, 38% θα αυξηθεί κατά 20%, οπότε έχουμε:
 
38% + (38% Χ 20%) = 38% + 7,60% = 45,60%
και το καθαρό εισόδημα: 100.000 Χ 45,60% = 45.600 ευρώ.
 
Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι, όσο οι πραγματικές δαπάνες, τείνουν να φθάσουν τις τεκμαρτές, ή τουλάχιστον να μειώσουν την μεταξύ τους διαφορά σε ποσοστό κάτω από το 20% των τεκμαρτών,  τόσο επαληθεύεται ο συντελεστής που θα εφαρμοσθεί επί των ακαθαρίστων αμοιβών (το 38%, στο παράδειγμά μας) και επομένως, σε μια τέτοια περίπτωση  δεν θα είχαμε προσαύξηση (πχ, αν οι πραγματικές δαπάνες ήταν 50.000 ευρώ, η διαφορά με τις τεκμαρτές είναι 12.000, το οποίο όμως είναι μικρότερο από το 20% των τεκμαρτών δαπανών δηλαδή το12.400).
 
Τέλος να σημειώσουμε, ότι τυχόν λοιπά εισοδήματα του αρχιτέκτονα ή του μηχανικού που δεν αφορούν τεχνικά έργα κ.λπ. (για τα οποία προβλέπονται οι συντελεστές που αναφέραμε πιο πάνω), φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις, δηλαδή λογιστικά (πχ αμοιβές από υπηρεσίες τεχνικού ασφαλείας)
 
Σε ότι αφορά την περαίωση χωρίς έλεγχο που καθιέρωσε ο Ν.3296/2004 (αυτοπεραίωση), σχετική ΠΟΛ 1027/2005, αναφέρει τα εξής: «..συνεπώς και επί των αρχιτεκτόνων ή μηχανικών, προσδιορίζονται οι καθαρές αμοιβές τόσο λογιστικά, όπως και επί των λοιπών ελευθέρων επαγγελματιών, με αφαίρεση από τις αμοιβές τους των εκπιπτομένων κατά το άρθρο 49 του Ν.2238/94 δαπανών, όσο και εξωλογιστικά, κατά τις διατάξεις του ίδιου άρθρου και λαμβάνεται τελικώς υπόψη το μεγαλύτερο ποσό. Βεβαίως, σε κάθε περίπτωση, η περαίωση είναι προαιρετική και συνεπώς, εφόσον το ποσό που προκύπτει με λογιστικό τρόπο είναι μεγαλύτερο, εναπόκειται στην κρίση του ίδιου του φορολογούμενου να δηλώσει το μεγαλύτερο αυτό ποσό για την περαίωση της δήλωσής του, η το εξωλογιστικώς μικρότερο ποσό που προκύπτει κατά τις γενικές διατάξεις, οπότε η οικεία δήλωση παραμένει σε εκκρεμότητα, υποκείμενη σε έλεγχο κατά τις κείμενες διατάξεις» (βλέπε και «ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΛΥΣΕΙΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ 2009», θέμα 33, σελίδα 64).
 
Κατά συνέπεια, για τις ανάγκες της περαίωσης χωρίς έλεγχο, θα πρέπει να προσδιορισθεί το καθαρό αποτέλεσμα, τόσο λογιστικά, όσο και εξωλογιστικά.
 
8.12.2009