Υπολογισμός υπεραξίας σε μεταβίβαση υποκαταστήματος ατομικής επιχείρησης

Πώς υπολογίζεται η υπεραξία στην μεταβίβαση υποκαταστήματος από μητέρα στο παιδί της, ενώ η ίδια θα διατηρήσει το κεντρικό κατάστημα στο όνομά της (υπολογισμός υπεραξίας μόνο του υποκαταστήματος);
 
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
 
Υποθέτουμε ότι αναφέρεσθε σε ατομική επιχείρηση, η οποία ανήκει στην μητέρα, ενώ διαθέτει και υποκατάστημα. Η μεταβίβαση του υποκαταστήματος στο παιδί, σημαίνει την διακοπή των εργασιών του (του υπ/τος) και ταυτόχρονα θα πρέπει ο νέος ατομικός επιχειρηματίας (το παιδί), να υποβάλει δήλωση έναρξης εργασιών λειτουργίας ατομικής επιχείρησης, που θα λειτουργήσει στη διεύθυνση του υποκαταστήματος, με το ίδιο αντικείμενο. Η μητέρα θα συνεχίσει να διατηρεί την ατομική της επιχείρηση στην διεύθυνση του κεντρικού.
 
Να διευκρινίσουμε εξ αρχής, ότι δεν τίθεται θέμα απαλλαγής της συγκεκριμένης πράξης, από την αυτοτελή φορολογία του άρθρου 13 (Ν.2238/94),αφού η μεταβίβαση αυτή από τον γονέα προς το παιδί, δεν γίνεται λόγω συνταξιοδότησης του μεταβιβάζοντος (δηλαδή της μητέρας).
 
Στο άρθρο 13 παρ.1 του ΚΦΕ, αναφέρεται ότι φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή 20% κάθε κέρδος ή ωφέλεια που προκύπτει από τη μεταβίβαση ολόκληρης επιχείρησης, με τα άυλα στοιχεία αυτής όπως αέρας-επωνυμία-σήμα κ.λπ. ή   υ π ο κ α τ α σ τ ή μ α τ ο ς  επιχείρησης, όπως ορίζεται από την παράγραφο 1 του άρθρου 9 του ΚΒΣ (ΠΔ 186/92).
 
Κατά την άποψή μας, το πρόβλημα είναι σύνθετο και δυστυχώς, η Διοίκηση δεν έχει καταθέσει κάποια λύση. Η διατύπωση του νόμου μας παραπέμπει εμμέσως, σε υπολογισμό της υπεραξίας ολόκληρης της επιχείρησης, αφού χρησιμοποιεί το διαζευκτικό «ή», ανάμεσα στις λέξεις: «ολόκληρη επιχείρηση» και «υποκατάστημα». Θεωρώντας κατ’ αρχήν, ότι αυτό δεν θα ήταν δίκαιο να εφαρμοσθεί (ήδη, υπάρχουν δύο αποφάσεις του Σ.τ.Ε.,η 625/1985 και η 738/1990, οι οποίες αναφέρονται στον όρο «εκχώρηση ολόκληρης επιχείρησης», κατ’αντιδιαστολή προς την μεταβίβαση «επί μέρους στοιχείων της επιχείρησης», ήτοι και ενός υποκαταστήματος αυτής), δεδομένης της συνέχισης της επιχείρησης από τον ιδιοκτήτη της (ο οποίος μεταβιβάζει μόνο το υποκατάστημα) και όχι της πλήρους μεταβίβασής της ή της διακοπής των εργασιών της, με εγκατάσταση στη διεύθυνση που λειτουργούσε, άλλης με το ίδιο αντικείμενο, υ π ο θ έ τ ο υ μ ε ότι είναι ένα πραγματικό ζήτημα  για το οποίο πρέπει να επιληφθεί ο προϊστάμενος ΔΟΥ, στην περιφέρεια της οποίας γίνεται αυτή η πράξη.
 
Εξ άλλου, αν προσπαθήσουμε να εξετάσουμε το θέμα αναλογικά, προς τη μεταβίβαση ποσοστού ή μεριδίου, εταιρικής μορφής επιχείρησης, διαπιστώνουμε ότι και εκεί υπολογίζεται μεν ολόκληρη η υπεραξία της εταιρείας, πλην όμως, εν συνεχεία,λαμβάνουμε το μεταβιβαζόμενο ποσοστό, με το οποίο γίνεται ο πολλαπλασιασμός, για να εξευρεθεί το μέρος της υπεραξίας που το αφορά.Επιπροσθέτως όλων αυτών, υφίσταται και μια απόφαση του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, η 4515/3-6-2003, που τιτλοφορείται: «Προσδιορισμός υπεραξίας υποκαταστήματος με αντικείμενο δραστηριότητας διαφορετικό από αυτό του Κεντρικού». Στην απόφαση αυτή, αφού περιγράφεται η γνωστή διαδικασία υπολογισμού της υπεραξίας με βάση την ΠΟΛ.1053/1-4-2003 (όπως ισχύει), π ρ ο σ δ ι ο ρ ί ζ ε ι  αναλογικά όλα τα μεγέθη, με βάση το ποσοστό συμμετοχής των εσόδων του υποκαταστήματος στα συνολικά έσοδα της επιχείρησης. Παραθέτουμε το κείμενο της απόφασης:
 
«Για τον προσδιορισμό της πιο πάνω υπεραξίας του υποκαταστήματος θα ληφθούν υπ’όψη:
 
(α) Ο μέσος όρος των δηλωθέντων κερδών, προκειμένου για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Α’ ή Β’ κατηγορίας του ΚΒΣ, ή των ολικών αποτελεσμάτων εκμετάλλευσης, προκειμένου για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Γ’ κατηγορίας του ΚΒΣ και δεν εξάγουν αυτοτελές λογιστικό αποτέλεσμα, των πέντε (5) τελευταίων, πριν από την μεταβίβαση του υποκαταστήματος, ετών που αναλογούν σ’αυτά, με βάση το ποσοστό συμμετοχής των εσόδων του υποκαταστήματος,στα συνολικά έσοδα της επιχείρησης.Αν τα έτη λειτουργίας του υποκαταστήματος, πριν από την μεταβίβαση είναι λιγότερα από πέντε (5), λαμβάνονται υπ’όψη αυτά.
 
(β) Η ετήσια αμοιβή που αναλογεί στο υποκατάστημα, η οποία θα υπολογισθεί με τον ίδιο τρόπο.
 
(γ) Οι τόκοι ιδίων κεφαλαίων που αναλογούν στο υποκατάστημα, θα υπολογισθούν με τον ίδιο τρόπο.
 
(δ) Ο συντελεστής παλαιότητας που αντιστοιχεί στα χρόνια λειτουργίας του υποκαταστήματος.
 
(ε) Η καθαρή θέση θα υπολογισθεί  με βάση τα οικονομικά δεδομένα του υποκαταστήματος, προκειμένου για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Α’ ή Β’ κατηγορίας του ΚΒΣ, ή προκειμένου για επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Γ’ κατηγορίας του ΚΒΣ, θα ληφθεί το μέρος της καθαρής θέσης που εμφανίζεται στον τελευταίο πριν από την μεταβίβαση επίσημο ισολογισμό της επιχείρησης, που αναλογεί στο υποκατάστημα, με βάση το ποσοστό συμμετοχής των εσόδων του στα συνολικά έσοδα της επιχείρησης, προσαυξημένη με την υφιστάμενη διαφορά μεταξύ της αξίας των ακινήτων του υποκαταστήματος, όπως αυτή προσδιορίζεται κατά τον χρόνο μεταβίβασης, στη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων και της εμφανιζομένης στα βιβλία αξίας κτήσης αυτών, αν η δεύτερη είναι μικρότερη της πρώτης.
 
(στ) Ως κόστος κτήσης του υποκαταστήματος λαμβάνεται αυτό που προκύπτει από πραγματικά δεδομένα, το οποίο δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 3.000€.»
 
6.11.2007