ΑΠ 1000/2017 [Μονομερής βλαπτική μεταβολή όρων εργασίας]

Ο εργοδότης, έχει την εξουσία να προσδιορίζει το περιεχόμενο της υποχρέωσης του μισθωτού για παροχή εργασίας, καθορίζοντας τους όρους παροχής της, τον τόπο, τον χρόνο και τον τρόπο, εφόσον οι όροι αυτοί δεν έχουν προσδιοριστεί από κανόνες δικαίου ή την εργασιακή σύμβαση. Κατά την ενάσκηση, ωστόσο, του εργοδοτικού αυτού δικαιώματος, δεν επιτρέπεται να προκαλείται υλική ή ηθική ζημία στον μισθωτό, κατά παράβαση διάταξης νόμου ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή κατά καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος, καθώς στις περιπτώσεις αυτές συντρέχει μονομερής βλαπτική μεταβολή των όρων της υπαλληλικής σύμβασης. Δεν συντρέχει μονομερής βλαπτική μεταβολή όταν έχει συμφωνηθεί εκ των προτέρων ότι ο εργοδότης δικαιούται να προβεί μονομερώς σε μεταβολή των όρων της σύμβασης και τα όρια της μεταβολής καθορίζονται επακριβώς, μέσα δε στα όρια αυτά ο εργοδότης προβαίνει στη μεταβολή αυτή, έστω και σε βάρος του εργαζομένου, διότι τότε πρόκειται για συμφωνημένη μεταβολή, η οποία είναι νόμιμη, εφόσον δεν προσκρούει σε απαγορευτική διάταξη νόμου και εφόσον το διευθυντικό δικαίωμα δεν ασκείται καταχρηστικά. Πότε δικαιούται ο εργαζόμενος και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αναιτιώδης φύση δικαιώματος καταγγελίας. Ο εργαζόμενος, επιδιώκοντας την αναγνώριση της ακυρότητας της καταγγελίας, πρέπει να επικαλεστεί και να αποδείξει συγκεκριμένα περιστατικά εξαιτίας των οποίων η άσκηση του σχετικού δικαιώματος του εργοδότη υπερβαίνει προφανώς τα διαγραφόμενα από το 281 ΑΚ όρια και εκ του λόγου αυτού καθίσταται απαγορευμένη. Η αντικειμενικά αδικαιολόγητη καταγγελία, εκείνη δηλαδή που δεν γίνεται για λόγους που συνδέονται με το συμφέρον της επιχείρησης του εργοδότη, δεν είναι άνευ ετέρου καταχρηστική, διότι τότε η καταγγελία της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου από αναιτιώδης θα μετατρεπόταν σε αιτιώδης.