ΑΠ 324/2017 Τμ. Β2ʼ [Επίσχεση εργασίας - Προϋποθέσεις άσκησης - Πότε ασκείται καταχρηστικά]

ΑΠ 324/2017 Τμ. Β2ʼ

Επίσχεση εργασίας. Προϋποθέσεις και συνέπειες άσκησης του δικαιώματος αυτού. Υπερημερία εργοδότη. Η άσκηση της επίσχεσης εργασίας πρέπει να γίνεται εντός των ορίων που διαγράφονται από το 281 ΑΚ, ειδάλλως καθίσταται καταχρηστική και ως τέτοια παράνομη και δεν καθιστά υπερήμερο τον εργοδότη. Περιπτώσεις καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος αυτού. Στην περίπτωση που ο μισθωτός απέχει από την εργασία του, ύστερα από δήλωση ότι ασκεί το δικαίωμα επίσχεσης, ο εργοδότης δεν έχει το δικαίωμα από μόνη τη δήλωση αυτή να θεωρήσει ότι η σύμβαση έχει λυθεί από τον μισθωτό με οικειοθελή αποχώρηση του τελευταίου από την εργασία του, πολύ περισσότερο δε, εάν ο τελευταίος έχει γνωστοποιήσει στον εργοδότη με ρητή δήλωσή του ότι προτίθεται να παράσχει τις υπηρεσίες του κατά τους όρους της εργασιακής σύμβασης μετά την καταβολή των οφειλόμενων δεδουλευμένων αποδοχών, για τις οποίες προέβη σε επίσχεση. Εάν ο εργοδότης αποκρούσει την προσφορά υπηρεσιών του εργαζομένου, χωρίς να προβαίνει σε νόμιμη καταγγελία της σύμβασης, καθίσταται υπερήμερος, έστω κι αν λόγω της προηγούμενης καταχρηστικής άσκησης της επίσχεσης εκ μέρους του μισθωτού, αυτός δεν είχε περιέλθει αρχικά σε υπερημερία. Τρόποι παύσης υπερημερίας εργοδότη. Η υπερημερία του εργοδότη δεν αίρεται, όταν κατά τη διάρκεια αυτής ο εργαζόμενος συνάψει σύμβαση εργασίας με άλλον εργοδότη, αλλά απλώς δικαιούται να εκπέσει από τους οφειλόμενους μισθούς υπερημερίας την ωφέλεια που ο εργαζόμενος αποκόμισε από την άλλη απασχόλησή του. Η αναζήτηση και ανεύρεση άλλης εργασίας εκ μέρους του εργαζομένου, δεν καθιστά καταχρηστική, κατά την έννοια του 281 ΑΚ, τη συνέχιση της επίσχεσης εργασίας εκ μέρους του, λόγω μη καταβολής δεδουλευμένων αποδοχών εκ μέρους του προηγούμενου εργοδότη και κατά συνέπεια, δεν αίρει την υπερημερία του τελευταίου.