Η κατάργηση της παρουσίασης του αποτελέσματος εκμετάλλευσης μίας οντότητας

Τα Ελληνικό Γενικό Λογιστικό Σχέδιο (ΕΓΛΣ, ΠΔ 1123/1980[1]), το οποίο ως γνωστό, καταργήθηκε με την περ. στ, παρ. 3, άρθρο 38 του Ν 4308/2014 (ΕΛΠ), διαχώριζε το αποτέλεσμα της λογιστικής χρήσης σε αποτέλεσμα εκμετάλλευσης και σε τελικό αποτέλεσμα χρήσης. Αξίζει να σημειώσουμε, ότι ο διαχωρισμός αυτός των αποτελεσμάτων ίσχυε και εφαρμοζόταν πολύ πριν από το ΕΓΛΣ, ως γενικός κανόνας Λογιστικής, ο οποίος  είχε ως κριτήριο την διάκριση των εσόδων – εξόδων και κερδών – ζημιών σε οργανικά (φυσιολογικά, κανονικά και συνήθη) και σε ανόργανα (έκτακτα και μη ομαλά έσοδα, έξοδα, κέρδη, ζημιές). Η πρακτική αυτή υιοθετήθηκε μεταγενέστερα από το ΕΓΛΣ.

Έτσι, ως οργανικά έξοδα ορίζονταν αυτά που αναφέρονταν στην ομαλή εκμετάλλευση της χρήσης, συμπεριλαμβανομένων και των ετησίων επιβαρύνσεων λόγω διενέργειας λογιστικών αποσβέσεων και προβλέψεων επισφαλών απαιτήσεων, ποσά που ενσωματώνονταν στο λειτουργικό κόστος.

Περαιτέρω, ό,τι αφορούσε ζημιές ή κέρδη εξαιρετικού ή περιστασιακού χαρακτήρα καταχωρίζονταν σε οικείους λογαριασμούς της Ομάδας 8 (ΕΓΛΣ) και διαμορφωνόταν το λεγόμενο τελικό λογιστικό αποτέλεσμα χρήσης.    

Υπό την έννοια αυτή, μία επιχείρηση είχε την δυνατότητα να γνωρίζει αν το αποτέλεσμα που εμφάνιζε προσδιοριζόταν σύμφωνα με κανονικά και ομαλά έσοδα – έξοδα που σχετιζόταν ευθέως με την φυσιολογική και συνήθη πορεία της, ή οφειλόταν και σε έκτακτα ή ανόργανα αποτελέσματα με περιστασιακά χαρακτηριστικά (πχ έκτακτη εκποίηση παγίου με κέρδος ή με ζημιά, πρόστιμα κ.λπ.).

Η αποτύπωση γινόταν σαφώς και με σχετική διάκριση στην Κατάσταση αποτελεσμάτων χρήσης, η οποία δημοσιευόταν και φυσικά ακολουθούσε τον Ισολογισμό, αφού κατά την διάρκεια της χρήσης τα λογιστικά γεγονότα που αφορούσαν έκτακτα και ανόργανα αποτελέσματα καταχωρίζονταν σε υπολογαριασμούς της Ομάδας 8 (ΕΓΛΣ), χωρίς να εμπλέκονται με την Ομάδα 6 (Οργανικά έξοδα) ή την Ομάδα 7 (Οργανικά έσοδα), όπως ήδη σημειώσαμε ανωτέρω.

Το νέο πλαίσιο των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων (ΕΛΠ, Ν 4308/2014) κατάργησε την εμφάνιση του αποτελέσματος εκμετάλλευσης στις Καταστάσεις αποτελεσμάτων (Υποδείγματα Β.2.1 και Β.2.2) προτρέποντας (και επιβάλλοντας, αφού πρόκειται περί διατάξεων νόμου), τα λογιστικά γεγονότα που αναφέρονται σε έκτακτα και ανόργανα αποτελέσματα (δηλαδή μη ομαλά, ασυνήθη, που ούτως ή άλλως υπάρχουν κατά την διάρκεια της χρήσης) να καταχωρίζονται σε κανονικούς λογαριασμούς των ομάδων 6 (ΕΞΟΔΑ ΚΑΙ ΖΗΜΙΕΣ) και 7 (ΕΣΟΔΑ ΚΑΙ ΚΕΡΔΗ), στις υποκατηγορίες 67 (Ασυνήθη έξοδα, ζημιές και πρόστιμα) και 79 (Ασυνήθη έσοδα και κέρδη).

Συνεπώς, αυτό που παρουσιάζεται τώρα στις Καταστάσεις αποτελεσμάτων είναι ένα τελικό λογιστικό αποτέλεσμα, χωρίς να ενδιαφέρει η πληροφορία του οργανικού ή ανόργανου, αλλά μόνον το τι είναι δυνατόν να αντιμετωπίσει η επιχείρηση, ως έξοδα, ζημιές, έσοδα και κέρδη, στο πλαίσιο της άσκησης των δραστηριοτήτων της. Για παράδειγμα, αν η επιχείρηση κληθεί να καταβάλει ένα πρόστιμο, το οποίο προέκυψε εξ αιτίας λανθασμένων χειρισμών (πχ σταλίες στο Τελωνείο), τα ΕΛΠ ονομάζουν το έξοδο αυτό «ασύνηθες» μεν, ωστόσο το εντάσσουν στην γενική κατηγορία των εξόδων της οντότητας και καταλήγουν σε «Αποτελέσματα προ τόκων και φόρων», χωρίς να διακρίνουν το παραπάνω έξοδο  ως έκτακτο και ανόργανο, αφού ενδέχεται, υπό κανονικές συνθήκες να μην επαναληφθεί η «παρουσία» του.

Ασφαλώς, αν τηρηθούν σωστά οι λογαριασμοί 67 και 79, από την άποψη των πληροφοριών που πρέπει να παρέχουν στη Διοίκηση της οντότητας, είναι εφικτό με εξωλογιστικό τρόπο να υπολογιστεί ένα αποτέλεσμα «εκμετάλλευσης», κατά την προηγούμενη φιλοσοφία του ΕΓΛΣ, το οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί σε διάφορες αναλύσεις ή σε αριθμοδείκτες οικονομικής διάρθρωσης της οντότητας.

Ωστόσο, αξίζει να παρατηρήσουμε ότι και στα δύο υποδείγματα των καταστάσεων αποτελεσμάτων των ΕΛΠ (Β.2.1: κατά λειτουργία και Β.2.2: κατ' είδος), τόσο τα ασυνήθη έξοδα – ζημιές, όσο και τα ασυνήθη έσοδα – κέρδη, έχουν επιμεριστεί στις διάφορες κατηγορίες αποτελεσμάτων (έξοδα διοίκησης, έξοδα διάθεσης, λοιπά έξοδα και ζημιές, λοιπά έσοδα και κέρδη), με αποτέλεσμα να προκύπτει ιδιαίτερη δυσκολία για κάποιον τρίτο που θα ήθελε να διακρίνει τα έκτακτα και ανόργανα αποτελέσματα της οντότητας, για λόγους που τον αφορούν. Στην περίπτωση αυτή, σχετική περιγραφή πρέπει να υπάρχει στο Προσάρτημα (Σημειώσεις), σύμφωνα με την παρ. 17 του άρθρου 29 (ΕΛΠ). Προσωπικώς, αντιμετώπισα σχετικό θέμα με γνωστό πιστωτικό ίδρυμα, όπου ο αρμόδιος προσπάθησε να αναλύσει κονδύλια χρηματοοικονομικών καταστάσεων οντότητας, της οποίας έχω την επίβλεψη του Λογιστηρίου, χρήσεων 2014 (προσαρμοσμένα κονδύλια βάσει ΕΛΠ) και 2015.

Για παράδειγμα, ο δείκτης, εκ των αριθμοδεικτών αποδοτικότητας:

  Καθαρά αποτελέσματα εκμετάλλευσης / Πωλήσεις αποθεμάτων και υπηρεσιών

ο οποίος σύμφωνα με την φιλοσοφία του ΕΓΛΣ απεικόνιζε την απόδοση της οντότητας, χωρίς τον συνυπολογισμό των έκτακτων και ανόργανων αποτελεσμάτων, δηλαδή των μη συνήθων βάσει των ΕΛΠ, θα πρέπει να προσδιοριστεί με εξωλογιστικό τρόπο, αν είναι αναγκαίο να γνωρίζουμε το μέτρο του, για τις ανάγκες που απαιτεί η ανάλυση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.

Είναι ένας εκ των λόγων που κατά την άποψή μου, ο Ισολογισμός και η Κατάσταση αποτελεσμάτων χρήσης πρέπει πάντα να εξετάζονται και να αναλύονται με προσεκτική ανάγνωση και των σημειώσεων του Προσαρτήματος.

 

Νίκος Σγουρινάκης

[1] Το ΠΔ 1123/1980, εκδόθηκε βάσει πρόβλεψης του Ν 1041/1980.