Ιδιόχρηση και τέλος επιτηδεύματος

Α) Η ιδιόχρηση δεν πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στην Κατάσταση Αποτελεσμάτων. Αυτό τακτοποιείται με την διαγραφή ταυτόχρονα στο Ε3 της ιδιόχρησης ως έξοδο και ως έσοδο. Τι γίνεται όμως στις ατομικές επιχειρήσεις όπου το έξοδο εμφανίζεται στο Ε3 και το έσοδο στο Ε1;

Β) Στους φόρους της Κατάστασης Αποτελεσμάτων εκτός από τον Φ.Ε. συμπεριλαμβάνεται και το τέλος επιτηδεύματος;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

Α) Στην ατομική επιχείρηση, το εισόδημα από την ιδιόχρηση, δεν ανήκει στην κατηγορία του εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά στην κατηγορία της ακίνητης περιουσίας. Κατά συνέπεια δεν θα γίνει εγγραφή στα βιβλία της επιχείρησης αλλά το σχετικό έσοδο θα υπολογιστεί και θα αναγραφεί απ’ ευθείας στο έντυπο Ε2 και από εκεί με μεταφορά στο Ε1 του φορολογουμένου. Παράλληλα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 22 και 23 του ΚΦΕ, ο φορολογούμενος έχει τη δυνατότητα έκπτωσης από το εισόδημα της επιχειρηματικής του δραστηριότητας, ποσού τεκμαρτού εξόδου ιδιόχρησης το οποίο επίσης δεν μπορεί να υπερβαίνει το 3% της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Το ποσό αυτό (της δαπάνης) για να αναγνωριστεί για έκπτωση θα πρέπει να αναγραφεί στα βιβλία του φορολογούμενου, ως έξοδο (στη φορολογική βάση λογαριασμού τεκμαρτού εξόδου ιδιόχρησης). Επιπλέον θα πρέπει να αναγραφεί και στο σχετικό πεδίο του πίνακα στ του εντύπου Ε3 (κωδικοί 531,532 ή 533 κατά περίπτωση). Επομένως, στην περίπτωση της ατομικής επιχείρησης το ποσό από την ιδιόχρηση της επαγγελματικής στέγης θα αναγραφεί μόνο ως έξοδο στο έντυπο Ε3, υπό την έννοια ότι έχει ήδη δηλωθεί ως εισόδημα στο Ε1 (αλλά από ακίνητη περιουσία). Αυτό το τελευταίο προκαλεί και την διαφορά στο φορολογικό αποτέλεσμα, εκ του λόγου ότι οι δύο κατηγορίες εισοδημάτων φορολογούνται με διαφορετικό τρόπο.

Β) Το τέλος επιτηδεύματος θα συμπληρωθεί στην κατάσταση αποτελεσμάτων χρήσης στο κονδύλι «Λοιπά έξοδα και ζημιές» και όχι στο κονδύλι «Φόροι» όπου περιλαμβάνεται μόνο ο φόρος εισοδήματος (βλ. και ΣΛΟΤ 1153/2016) και φυσικά θα περιλαμβάνεται μόνο στη λογιστική βάση, αφού δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα, κατά ρητή διατύπωση στον νόμο (άρθρο 23 ΚΦΕ).