Ανάλωση κεφαλαίου σε μισθωτό της περ. στ' της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν.4172/13

Όταν ένας φορολογούμενος εμπίπτει στις διατάξεις της περ. στ' της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν.4172/13 και φορολογείται σαν μισθωτός, όταν θα υπολογίσει την ανάλωση κεφαλαίου προηγούμενων ετών θα την υπολογίσει με το ποσό που προκύπτει από το Ε1 στο οποίο έχουν αφαιρεθεί μόνο οι ασφαλιστικές εισφορές ή από τα ποσά που είναι συμπληρωμένα στο Ε3 που είναι και τα πραγματικά;

 

Απάντηση:

Από τις μέχρι στιγμής εκδοθείσες εγκυκλίους και έγγραφα του Υπ.Οικ. δεν υπάρχει κάποια τοποθέτηση της διοίκησης επί του σχετικού ζητήματος . Κατά συνέπεια σας εκθέτουμε τις απόψεις μας επί του θέματος, ως εξής:

Α. Ο ίδιος ο νόμος και η ερμηνευτική εγκύκλιος ΠΟΛ.1076/2015 αναφέρουν πως για τον προσδιορισμό κάθε χρόνο, του κεφαλαίου που μπορεί να επικαλεστεί ο φορολογούμενος, λαμβάνονται υπόψη τα πραγματικά εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα έχουν απαλλαγεί της φορολογίας καθώς και τα χρηματικά ποσά που ορίζονται στις περιπτώσεις β', γ' , δ' , ε', και στ' της παραγράφου 2 του άρθρου 34. Με βάση αυτή την αρχική προσέγγιση το φορολογητέο εισόδημα όπως προκύπτει από το Ε1 θα πρέπει εξ ολοκλήρου να ληφθεί υπόψη στον υπολογισμό του μεταφερόμενου προς ανάλωση κεφαλαίου, μετά βέβαια από την αφαίρεση των δαπανών που προβλέπουν τα άρθρα 31 και 32 του ΚΦΕ (δηλαδή, τις αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίες, καθώς και τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων).

Β. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 34 κάθε ποσό που καταβλήθηκε για την απόκτηση των εσόδων που αναφέρονται στις περιπτώσεις της ίδιας παραγράφου τα μειώνει και το υπόλοιπο που προκύπτει είναι αυτό που περιορίζει ή καλύπτει τη συνολική ετήσια δαπάνη. Εξαιρούνται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες το κόστος απόκτησης των εσόδων αυτών είχε ληφθεί υπόψη ως τεκμήριο κατά τον προσδιορισμό του εισοδήματος του έτους που καταβλήθηκε και ο φορολογούμενος επικαλείται ανάλωση κεφαλαίου του έτους αυτού. Η σχετική διάταξη δίνει τη δυνατότητα στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. να περιορίσει το αναγνωριζόμενο για μεταφορά ποσό, κατά το κόστος απόκτησής του όπως αυτό προκύπτει από τις αναγραφόμενες στο Ε3 επιχειρηματικές δαπάνες, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι αυτές δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα.

Κατόπιν των παραπάνω για τον ασφαλή χειρισμό του ζητήματος, θα ήταν σκόπιμη η υποβολή σχετικού ερωτήματος στο Υπ.Οικ. ώστε να υπάρξει επίσημη και δεσμευτική για τη φορολογική διοίκηση τοποθέτηση της Υπηρεσίας.