Επιβολή προστίμου λόγω μη έκδοσης απόδειξης λιανικών συναλλαγών

Θα ήθελα να σας ρωτήσω τι πρόστιμο επισύρει η μη έκδοση απόδειξης λιανικών συναλλαγών σε επίπεδο ΦΠΑ και φορολογίας εισοδήματος καθώς και τι άλλες κυρώσεις επιφέρει σε όποιον διαπιστωθεί ότι προβαίνει στην ανωτέρω παράβαση;

Απάντηση:

Από το ερώτημά σας προκύπτει ότι αναφέρεστε σε παραβάσεις που συμβαίνουν σε τρέχοντα χρόνο. Μετά τις αλλαγές που επέφερε ο Ν 4337/2015  (άρθρο 3, παρ. 8 του Ν 4337/2015, με το οποίο  προστέθηκε το άρθρο 58Α στον ΚΦΔ), το πρόστιμο από την μη έκδοση απόδειξης λιανικής πώλησης, περιορίζεται στον ΦΠΑ. Έτσι, για τις περιπτώσεις μη έκδοσης φορολογικού στοιχείου ή έκδοσης ή λήψης ανακριβούς στοιχείου για πράξεις που επιβαρύνονται με ΦΠΑ και οι οποίες διαπιστώνονται κατόπιν ελέγχου, επιβάλλεται πρόστιμο   ίσο με το 50% επί του φόρου που θα προέκυπτε από το μη εκδοθέν στοιχείο, ή επί της διαφοράς, αντίστοιχα.

Σε κάθε περίπτωση, παραθέτουμε τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν την παράβαση του ερωτήματος, εφόσον αυτή διαπιστώνεται από τον έλεγχο ότι συνέβη μέχρι την ψήφιση του Ν 4337/2015.

Σημειώνουμε τα παρακάτω:

Η μη έκδοση απόδειξης λιανικής πώλησης αγαθών αναφέρεται στις παραβάσεις του άρθρου 55 του ΚΦΔ (Ν 4174/2013)

Ωστόσο, ο πρόσφατος νόμος 4337/2015  επέφερε δύο ριζικές αλλαγές στο καθεστώς των προστίμων για παραβάσεις σχετικές με την έκδοση ή και την λήψη πλαστών, εικονικών, ή νοθευμένων φορολογικών στοιχείων, με τη μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση φορολογικών στοιχείων άνω των 5.000 ευρώ, καθώς και με την καταχώριση στα βιβλία εικονικών δαπανών.

Έτσι, βάσει του άρθρου 3 παρ. 4 περ. β, του  Ν 4337/2015, από 17.10.2015 (έναρξη ισχύος  του νόμου 4337/2015) καταργήθηκαν οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 55 του ΚΦΔ. Συνεπώς, από την 17.10.2015 και εφεξής δεν θα επιβάλλονται τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις αυτές πρόστιμα για τις παρακάτω περιπτώσεις παραβάσεων:

 

Παραβάσεις Φορολογικών Στοιχείων για τις οποίες καταργούνται τα πρόστιμα από 17.10.2015

 

Α. Μη έκδοση ή ανακριβής έκδοση φορολογικών στοιχείων αξίας άνω των 5.000 ευρώ.

Β. Έκδοση πλαστών φορολογικών στοιχείων.

Γ. Έκδοση - Λήψη εικονικών φορολογικών στοιχείων.

Δ. Νόθευση φορολογικών στοιχείων.

Ε. Καταχώριση στα βιβλία αγορών ή εξόδων που δεν έχουν πραγματοποιηθεί και δεν έχει εκδοθεί φορολογικό στοιχείο.

 

 Περαιτέρω,  βάσει των μεταβατικών διατάξεων των παρ. 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 7 του νόμου 4337/2015 , τα προϊσχύσαντα καθεστώτα του παλαιού Ν 2523/1997 (Ποινολόγιο) και του άρθρου 55, παρ. 2 του ΚΦΔ (πριν από την κατάργησή του), τα οποία είχαν εφαρμογή σε σχέση με τα πρόστιμα που επιβάλλονται για παραβάσεις σχετικές με την έκδοση ή και την λήψη πλαστών, εικονικών, ή νοθευμένων φορολογικών στοιχείων, καθώς και με τη μη έκδοση ή την  ανακριβή έκδοση φορολογικών στοιχείων, αντικαθίστανται από νέες διατάξεις, οι οποίες προβλέπουν εν γένει μειωμένα πρόστιμα.

Ειδικότερα:

(α) για τις παραβάσεις των διατάξεων του καταργηθέντος ΚΒΣ (ΠΔ 186/1992 ) και του επίσης καταργηθέντος ΚΦΑΣ (Ν 4093/2012 ) που διαπράχθηκαν μέχρι την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 54 (ήτοι, μέχρι 1.1.2014) και 55 (ήτοι, μέχρι 26.7.2013) του Ν 4174/2013 (ΚΦΔ), καθώς επίσης και

(β) για τις παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι τη δημοσίευση του Ν 4337/2015  και για τις οποίες είχαν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 55 του Ν 4174/2013, εφόσον κατά την κατάθεση του Ν 4337/2015  (12.10.2015) δεν έχουν εκδοθεί οι οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων ή πρόκειται για εκκρεμείς  υποθέσεις, δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 5 του Ν 2523/1997  ή, αντιστοίχως, της παρ. 2 του άρθρου 55 του ΚΦΔ, αλλά επιβάλλονται τα κατωτέρω πρόστιμα:

 

i) Για παραβάσεις έκδοσης πλαστών στοιχείων ποσό ίσο με το 50% της αξίας κάθε στοιχείου.

ii) Για παραβάσεις που αφορούν έκδοση εικονικών ή λήψη εικονικών στοιχείων ή νόθευση αυτών, καθώς και καταχώρηση στα βιβλία αγορών ή εξόδων χωρίς παραστατικά, ποσό ίσο με το 40% της αξίας κάθε στοιχείου. Εάν η αξία του στοιχείου είναι μερικώς εικονική ποσό ίσο με το 40% του μέρους της εικονικής αξίας.

iii) Όταν δεν δύναται να προσδιορισθεί η μερικώς εικονική αξία, ποσό ίσο με το 20% της αξίας του στοιχείου.

iv) Όταν η εικονικότητα ανάγεται αποκλειστικά στο πρόσωπο του εκδότη, ποσό ίσο με το 20% της αξίας του στοιχείου.

v) Στην περίπτωση λήπτη εικονικού φορολογικού στοιχείου, ποσό 10% της αξίας του στοιχείου για κάθε παράβαση, εφόσον η λήψη του στοιχείου δεν είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του φόρου εισοδήματος του οικείου φορολογικού έτους.

vi) Για παραβάσεις που αφορούν μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση στοιχείων ή άλλες παραβάσεις που έχουν σαν αποτέλεσμα την απόκρυψη της συναλλαγής ή μέρους αυτής, η δε αποκρυβείσα αξία είναι μεγαλύτερη των 1.200 ευρώ, ποσό ίσο με το 25% της αξίας της συναλλαγής ή του μέρους της αποκρυβείσας (μη εμφανισθείσας) αξίας για κάθε παράβαση.

vii) Για τις λοιπές παραβάσεις, που δεν υπάγονται σε μια εκ των ανωτέρω περιπτώσεων ποσό ίσο με το 1/3 του οριζόμενου από τις διατάξεις του άρθρου 5 του N 2523/1997, επιβαλλόμενου προστίμου, κατά περίπτωση, για κάθε παράβαση.

 (Παρακαλούμε, δείτε σχετικό άρθρο στην «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ» Ιανουάριος 2016, σελ. 11, (Μαυραγάνης Κωνσταντίνος).