Είναι η «φυγή» η κατάλληλη λύση;

Αν όλοι απεχθάνονται κάτι, θα πρέπει να το εξετάσουμε. Αν σε όλους αρέσει κάτι, πάλι θα πρέπει να το εξετάσουμε.

Κομφούκιος.

 

Η πρώτη αυθόρμητη αντίδραση πολλών ελευθέρων επαγγελματιών και επιχειρήσεων μετά τη δημοσιοποίηση των ασφαλιστικών εισφορών - χαρατσιών του προσχεδίου Κατρούγκαλου, ήταν και είναι η σκέψη της φορολογικής  ασφαλιστικής φυγής εκτός Ελλάδος. Η αντίληψη γενικά είναι η δημιουργία μίας εταιρείας στη γειτονική Βουλγαρία ή την Κύπρο και το κλείσιμο των «βιβλίων» στην Ελλάδα. Σε πρώτη ανάγνωση η κίνηση αυτή μπορεί να συνεπάγεται ένα όφελος για τον φορολογούμενο - ασφαλισμένο κάποιων χιλιάδων ευρώ.

Ωστόσο πολλές φορές αυτό που λάμπει δεν είναι χρυσός και τόσο σοβαρές αποφάσεις δεν μπορεί να λαμβάνονται χωρίς αναλυτική μελέτη και χωρίς τη στάθμιση και των κινδύνων που μπορεί να συνεπάγεται μία τέτοια απόφαση.

Α. Συγκεκριμένα το πρώτο που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι η γενική διάταξη για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής του άρθρου 38 του Κ.Φ.Δ. (Ν 4174/2013). Σύμφωνα με αυτή προβλέπεται μεταξύ άλλων ότι:

- Κατά τον προσδιορισμό φόρου, η Φορολογική Διοίκηση δύναται να αγνοεί κάθε τεχνητή διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων που αποβλέπει σε αποφυγή της φορολόγησης και οδηγεί σε φορολογικό πλεονέκτημα.

- Οι εν λόγω διευθετήσεις αντιμετωπίζονται, για φορολογικούς σκοπούς, με βάση τα χαρακτηριστικά της οικονομικής τους υπόστασης.

- Η διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων είναι τεχνητή εφόσον στερείται οικονομικής ή εμπορικής ουσίας.

- Η διευθέτηση ή σειρά διευθετήσεων εφαρμόζεται κατά τρόπο που δεν συνάδει με μια συνήθη επιχειρηματική συμπεριφορά.

- Για να καθοριστεί εάν η διευθέτηση ή η σειρά διευθετήσεων έχει οδηγήσει σε φορολογικό πλεονέκτημα με την έννοια της παρ.  1, η Φορολογική Διοίκηση συγκρίνει το ύψος του οφειλόμενου φόρου από τον φορολογούμενο, λαμβάνοντας υπόψη την εν λόγω διευθέτηση, με το ποσό που θα όφειλε ο ίδιος φορολογούμενος υπό τις ίδιες συνθήκες, εν απουσία της εν λόγω διευθέτησης.

Η ουσία των παραπάνω βρίσκεται στο γεγονός ότι οποιαδήποτε διευθέτηση δεν μπορεί να αιτιολογηθεί επί τη βάσει εμπορικών ή οργανωτικών λόγων και αποσκοπεί μόνο στην απόκτηση φορολογικού πλεονεκτήματος, θα συνεπάγεται την δυνατότητα της φορολογικής διοίκησης να προσδιορίσει το φορολογικό αυτό πλεονέκτημα και να διεκδικήσει τον διαφυγόντα φόρο.

Μάλιστα η απόδειξη τυχόν ισχυρισμού του φορολογούμενου ότι η κίνησή του δεν αποσκοπεί σε απόκτηση φορολογικού πλεονεκτήματος, αλλά σε αλλαγή π.χ. εμπορικής πολιτικής καθίσταται δυσκολότερη εξ αιτίας του γεγονότος ότι η μετακόμιση σε χώρες με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, καθιστά δύσκολη ή και αδύνατη τη δυνατότητα έκπτωσης της δαπάνης από τον αγοραστή ή λήπτη της υπηρεσίας. Αυτό πρακτικά οδηγεί τον πωλητή σε αντικειμενικά δυσχερέστερη θέση, από αυτή στην οποία βρισκόταν. Πέρα τούτου, πράγματι η μη δυνατότητα έκπτωσης των σχετικών δαπανών θα οδηγήσει σε απώλεια πελατείας τον φορολογούμενο, αντισταθμίζοντας σε μεγάλο βαθμό το όποιο φορολογικό πλεονέκτημα.

Β. Το δεύτερο σημαντικό δεδομένο που πρέπει να ληφθεί υπόψη πριν από τη λήψη της οποιασδήποτε απόφασης, είναι η παρ.4 του άρθρου 4 του Κ.Φ.Ε. σύμφωνα με την οποία:

«Ο «τόπος άσκησης πραγματικής διοίκησης» είναι στην Ελλάδα με βάση τα πραγματικά περιστατικά και τις συνθήκες λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τα εξής:
α) τον τόπο άσκησης καθημερινής διοίκησης,

β) τον τόπο λήψης στρατηγικών αποφάσεων,

γ) τον τόπο ετήσιας γενικής συνέλευσης των μετόχων ή εταίρων,

δ) τον τόπο τήρησης βιβλίων και στοιχείων,

ε) τον τόπο συνεδριάσεων του διοικητικού συμβουλίου ή όποιου άλλου εκτελεστικού οργάνου διοίκησης,

στ) την κατοικία των μελών του διοικητικού συμβουλίου ή όποιου άλλου εκτελεστικού οργάνου διοίκησης.

Σε συνδυασμό με τη συνδρομή των παραπάνω περιστατικών και συνθηκών είναι δυνατόν να συνεκτιμάται και η κατοικία της πλειοψηφίας των μετόχων ή εταίρων».

Η συλλογή από τη φορολογική διοίκηση στοιχείων που μπορούν να τεκμηριώσουν την παραπάνω κατάσταση, θα έχει ως αποτέλεσμα την παράκαμψη του τυπικού χαρακτηρισμού της νομικής οντότητας ως κατοίκου εξωτερικού και τη φορολόγηση στην Ελλάδα του παγκόσμιου εισοδήματός της.

Γ. Επίσης σε κάποιες ακραίες ίσως περιπτώσεις μπορεί η αλλοδαπή εταιρεία να θεωρηθεί ως Ε.Α.Ε.[1] του άρθρου 66 του Κ.Φ.Ε. εάν συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις. Δηλαδή:

- Κατοχή του 50% τουλάχιστον των μετοχών της από το φορολογούμενο άμεσα ή έμμεσα

- Άνω του 30% του εισοδήματος της αλλοδαπής εταιρείας να προέρχεται από πηγές όπως: α) τόκοι ή οποιοδήποτε άλλο εισόδημα παράγεται από χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία, β) δικαιώματα ή οποιοδήποτε άλλο εισόδημα παράγεται από πνευματική ιδιοκτησία, γ) μερίσματα και εισόδημα από τη μεταβίβαση μετοχών, δ) εισόδημα από κινητά περιουσιακά στοιχεία, ε) εισόδημα από ακίνητη περιουσία, εκτός εάν το κράτος του φορολογούμενου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας δεν θα είχε δικαίωμα να φορολογήσει το εισόδημα βάσει συμφωνίας που έχει συναφθεί με τρίτη χώρα, στ) εισόδημα από ασφαλιστικές, τραπεζικές και άλλες χρηματοοικονομικές δραστηριότητες.

- Άνω του 50% της αντίστοιχης κατηγορίας εισοδήματος του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας να προέρχεται από συναλλαγές με τη φορολογούμενη εταιρεία ή τα συνδεδεμένα με αυτή πρόσωπα όσον αφορά τις παραπάνω (α έως στ) πηγές.

Στις περιπτώσεις αυτές το φορολογητέο εισόδημα θα περιλαμβάνει το μη διανεμηθέν εισόδημα του αλλοδαπού νομικού προσώπου.

Το συμπέρασμα στο οποίο θέλουμε να καταλήξουμε είναι ότι η απόφαση για την μεταφορά έδρας μίας επιχείρησης, δεν μπορεί να στηρίζεται μόνο στην αποφυγή φορολογικών ή ασφαλιστικών επιβαρύνσεων. Είναι όμως θεμιτή όταν εντάσσεται σε ένα γενικότερο σχεδιασμό ανάπτυξης σε διεθνείς αγορές και σε ένα πλάνο ανάπτυξης της εξωστρέφειας της επιχείρησης.

Εάν το ζητούμενο είναι η αντιμετώπιση της ασφαλιστικής και φορολογικής «λαίλαπας», ο μόνος ρεαλιστικός τρόπος αντιμετώπισης είναι η συμμετοχή του καθενός από εμάς στις συλλογικές κινήσεις και κινητοποιήσεις των φορέων,  οι οποίες βέβαια θα πρέπει να κινούνται  στο πλαίσιο της νομιμότητας και του σεβασμού των δικαιωμάτων των συμπολιτών μας.

Βαγγέλης Μιχελινάκης,

Λογιστής Φοροτεχνικός, Σύμβουλος επιχειρήσεων


[1] Ελεγχόμενη αλλοδαπή εταιρεία.