Oι τελικές ρυθμίσεις για τους εργαζόμενους με «μπλοκάκι»

Ένα από τα πιο συχνά ερωτήματα που δεχόμαστε το τελευταίο χρονικό διάστημα περιστρέφεται γύρω από το θέμα της φορολόγησης αυτής της ιδιαίτερης κατηγορίας φορολογουμένων που ενώ επί της ουσίας προσφέρουν εξηρτημένη εργασία, τυπικά εμφανίζονται ως αυτοαπασχολούμενοι. Έχει επικρατήσει να τους αποκαλούμε εργαζόμενους με μπλοκάκι. Πέρα από το ζήτημα της βάναυσης καταστρατήγησης της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας που συντελείται σε πολλές από αυτές τις περιπτώσεις, προέκυψε από νωρίς το θέμα του τρόπου φορολόγησης αυτών των εργαζομένων μετά την καθιέρωση της διακεκριμένης φορολόγησης του εισοδήματος ανά πηγή προέλευσης. Ορθά ο φορολογικός νομοθέτης προσπάθησε να εντάξει τους φορολογούμενους αυτούς στην κλίμακα της μισθωτής εργασίας, αναγνωρίζοντας εμμέσως το γεγονός ότι παρέχουν εξαρτημένη εργασία.

Με την καθιέρωση του Ν 4172/2013 επήλθαν μεταβολές στα κριτήρια βάσει των οποίων ένας φορολογούμενος αυτής της κατηγορίας θεωρείται ότι παρέχει μισθωτή εργασία. Έτσι με τις διατάξεις της περ. στ’, της παρ. 2 του άρθρου 12 θεωρείται ότι υφίσταται εργασιακή σχέση, για τους σκοπούς του ΚΦΕ, όταν ένα φυσικό πρόσωπο  παρέχει υπηρεσίες για τις οποίες ισχύουν αθροιστικά τα εξής:

- Παρέχουν υπηρεσίες βάσει έγγραφων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συμβάσεων έργου, με φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες τα οποία δεν υπερβαίνουν τα τρία (3) ή, εφόσον υπερβαίνουν τον αριθμό αυτόν, ποσοστό 75% του ακαθάριστου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα προέρχεται από ένα (1) από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που λαμβάνουν τις εν λόγω υπηρεσίες

- Δεν έχουν την εμπορική ιδιότητα

- Δεν διατηρούν επαγγελματική εγκατάσταση που είναι διαφορετική από την κατοικία τους.

- Δεν αποκτούν εισόδημα από μισθωτή εργασία.

Η σχετική νομοθετική διάταξη περιείχε δύο γκρίζα σημεία, δηλαδή την ύπαρξη εμπορικής ιδιότητας και την παράλληλη απόκτηση εισοδήματος από μισθωτή εργασία. Προβληματική επίσης θεωρήθηκε και η τρίτη προϋπόθεση, όσον αφορά περιπτώσεις φιλοξενίας. Με την έκδοση της ΠΟΛ. 1047/2015 ερμηνεύτηκαν επιτέλους από τη μεριά της διοίκησης οι σχετικές διατάξεις και τα δεδομένα είναι τα εξής:

Α) ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΙΔΙΟΤΗΤΑ

Στη φορολογική νομοθεσία μετά την κατάργηση του Ν.2238/1994 δεν υπάρχει ορισμός της εμπορικής ιδιότητας. Η μόνη ερμηνεία που θα μπορούσε να δοθεί θα έπρεπε να προέλθει από το εμπορικό δίκαιο, όπου όμως η ύπαρξη εμπορικής ιδιότητας έχει ευρεία έννοια και ουσιαστικά θα έθετε εκτός του πεδίου εφαρμογής των ευνοϊκών διατάξεων, όλους τους ενδιαφερόμενους.

Έτσι η διοίκηση ερμήνευσε σε μεγάλο βαθμό αυθαίρετα το σχετικό εδάφιο θεωρώντας ότι δεν έχουν την εμπορική ιδιότητα και συνεπώς υπάγονται στην ανωτέρω διάταξη, όσοι λαμβάνουν αμοιβές «που καταβάλλονται εξαιτίας παροχής υπηρεσιών στις οποίες προέχει το στοιχείο της συμβουλής ή της επιστημονικής, καλλιτεχνικής και πνευματικής δημιουργίας». Προχωρώντας παραπέρα θεωρεί ως τέτοιους εκείνους που με τις παλιές διατάξεις του αρ.48 του Ν 2238/1994 χαρακτηρίζονταν ως ελεύθεροι επαγγελματίες. Κατά αυτό τον τρόπο δεν μπορούν να υπαχθούν και να φορολογηθούν με την κλίμακα μισθωτής εργασίας όσοι ασκούν επάγγελμα που δεν χαρακτηριζόταν ως τέτοιο, όπως ενδεικτικά αντιπρόσωποι, πράκτορες, μεσίτες, μεταφορείς, διαμεσολαβητές, εκτελωνιστές, φωτορεπόρτερ, διαφημιστές, ασφαλιστικοί πράκτορες, μεσίτες ασφαλίσεων, ασφαλιστικοί σύμβουλοι κ.τ.λ.

Αντίθετα υπάγονται οι αμοιβές του ιατρού, οδοντιάτρου, κτηνιάτρου, φυσιοθεραπευτή, βιολόγου, ψυχολόγου, μαίας, δικηγόρου, συμβολαιογράφου, άμισθου υποθηκοφύλακα, δικαστικού επιμελητή, αρχιτέκτονα, μηχανικού, τοπογράφου, χημικού, γεωπόνου, γεωλόγου, δασολόγου, περιβαλλοντολόγου, ωκεανογράφου, σχεδιαστή, δημοσιογράφου, διερμηνέα, ξεναγού, μεταφραστή, καθηγητή ή δασκάλου, καλλιτέχνη γλύπτη ή ζωγράφου ή σκιτσογράφου ή χαράκτη, ηθοποιού, εκτελεστή μουσικών έργων ή μουσουργού, καλλιτεχνών των κέντρων διασκέδασης, χορευτή, χορογράφου, σκηνοθέτη, σκηνογράφου, ενδυματολόγου, διακοσμητή, οικονομολόγου, αναλυτή, προγραμματιστή, ερευνητή ή συμβούλου επιχειρήσεων, λογιστή ή φοροτέχνη, αναλογιστή, κοινωνιολόγου, κοινωνικού λειτουργού, εμπειρογνώμονα, ομοιοπαθητικού, εναλλακτικής θεραπείας, ψυχοθεραπευτή, λογοθεραπευτή, λογοπαθολόγου και λογοπεδικού, καθώς και αμοιβές που καταβάλλονται σε πραγματογνώμονες, διαιτητές, εκκαθαριστές γενικά, ελεγκτές Α.Ε., εκτελεστές διαθηκών, εκκαθαριστές κληρονομιών και κηδεμόνες σχολάζουσας κληρονομίας (τα πρώην ελευθέρια επαγγέλματα).

Το αποτέλεσμα λοιπόν είναι ότι επαγγέλματα που έχουν το στοιχείο της πνευματικής ή της καλλιτεχνικής δημιουργίας, όπως για παράδειγμα αυτό του ασφαλιστή ή του φωτορεπόρτερ ή του διαφημιστή μένουν τελικά απ’ έξω λόγω του γεγονότος ότι δεν περιλαμβάνονταν στα ελευθέρια επαγγέλματα του καταργηθέντος Ν 2238/1994 δημιουργώντας θέμα δυσμενούς μεταχείρισής τους, που πιθανόν να χρειαστεί τελικά να κριθεί από τα διοικητικά δικαστήρια, εφόσον προσφύγουν οι θιγόμενοι φορολογούμενοι. Προφανώς το φταίξιμο δεν βρίσκεται στην ερμηνεία, αλλά στην αστοχία του νόμου που υιοθετεί μία έννοια (εμπορική ιδιότητα) ασαφή και αόριστη, πράγμα μάλλον ανεπίτρεπτο για ένα τόσο σοβαρό νομοθέτημα όπως ο ΚΦΕ.

Β) Η ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΥΠΑΡΞΗ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΜΙΣΘΩΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Στο δεύτερο προβληματικό σημείο δίνεται επίσης μία λύση που δημιουργεί διακρίσεις, όπως θα δούμε με τη βοήθεια του παραδείγματος.

Σύμφωνα με αυτή εάν κάποιος φορολογούμενος αποκτά παράλληλα εισόδημα από μισθωτή εργασία και από «μπλοκάκι» το εισόδημα του από το «μπλοκάκι» θα θεωρείται και θα φορολογείται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξαρτήτως των λοιπών προϋποθέσεων.

Μελέτη περίπτωσης:

Έστω ότι δύο φορολογούμενοι λογιστές, έχουν τις υπόλοιπες προϋποθέσεις για να ενταχθούν στην παρ. 2 του αρ.12 ενώ δεν έχουν επαγγελματικές δαπάνες, πέρα των ασφαλιστικών τους εισφορών.

Το εισόδημα που αποκτούν και οι δύο είναι 12.000 ευρώ και μετά την αφαίρεση των ασφαλιστικών εισφορών (έστω 2.500) το φορολογητέο εισόδημά τους είναι 9.500 ευρώ.

Ο ένας από τους δύο είχε την ατυχή έμπνευση κατά την περίοδο των ισολογισμών να παρέχει τις υπηρεσίες του ως μισθωτός για ένα μήνα σε κάποια εταιρεία και να λάβει μισθό 1.000 ευρώ καθαρό.

Το αποτέλεσμα θα είναι το εξής:

Ο μεν πρώτος θα φορολογηθεί για 9.500 ευρώ εισόδημα με την κλίμακα μισθωτής εργασίας και δεν θα καταβάλλει φόρο, εφόσον συγκεντρώσει το απαραίτητο ποσό αποδείξεων.

Ο δεύτερος θα φορολογηθεί με την κλίμακα μισθωτής εργασίας για τα 1.000 ευρώ (φόρος 0,00) και για τα 9.500 θα φορολογηθεί με την κλίμακα επιχειρηματικής δραστηριότητας, δηλαδή θα κληθεί να καταβάλλει φόρο 2.470 ευρώ,  πέρα προκαταβολής φόρου κλπ.!!!

Γ) Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

Για την περίπτωση της επαγγελματικής εγκατάστασης έγινε δεκτό να καλύπτονται και οι περιπτώσεις φιλοξενουμένων στους οποίους έχει παραχωρηθεί μέρος του ακινήτου για την άσκηση της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας, για την οποία προκύπτει τεκμαρτό μίσθωμα για τον παραχωρητή.

Μελέτη περίπτωσης:

Φορολογούμενος που έχει τις λοιπές προϋποθέσεις υπαγωγής στην παρ. 2 του άρθρου 12, φιλοξενείται στην κατοικία του αδερφού του. Την κατοικία αυτή στην οποία φιλοξενείται δηλώνει και ως έδρα της επιχειρηματικής του δραστηριότητας. Θα μπορεί να υπαχθεί εφόσον όμως ο αδερφός του επιβαρυνθεί με το τεκμαρτό μίσθωμα που αντιστοιχεί στο μέρος εκείνο του ακινήτου που χρησιμοποιείται για την άσκηση της δραστηριότητας αυτής. Εάν π.χ. το ακίνητο είναι 100 τ.μ. έχει αντικειμενική αξία 120.000 ευρώ και ο χώρος που χρησιμοποιείται ως γραφείο του φορολογούμενου έχει εμβαδό 5 τ.μ. θα προκύψει τεκμαρτό μίσθωμα:

[120.000 Χ (5/100)] Χ 3%[1]  = 180 ευρώ.

Δ) ΛΟΙΠΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ

Με την ίδια εγκύκλιο έγινε δεκτό το γεγονός της ύπαρξης εργασιακής σχέσης και της φορολόγησης με την κλίμακα μισθωτής εργασίας, για κάποιες ειδικές περιπτώσεις  που είναι οι εξής:

- τα εισοδήματα των ασκούμενων δικηγόρων και σπουδαστών που πραγματοποιούν πρακτική εξάσκηση,

- τα εισοδήματα φυσικών προσώπων που απασχολούνται σε προγράμματα απόκτησης επαγγελματικής εμπειρίας,

- οι αποζημιώσεις ανέργων ή εργαζομένων από το κοινοτικό ή εθνικό ταμείο για την παρακολούθηση επιδοτούμενων σεμιναρίων επαγγελματικής κατάρτισης και επιμόρφωσης,

- τα εισοδήματα που αποκτούν δικαιούχοι προγράμματος «επανειδίκευσης, κατάρτισης και απόκτησης επαγγελματικής εμπειρίας» (αφορά πρώην εργαζομένους εταιριών που έκλεισαν και οι οποίοι υπάχθηκαν στα προγράμματα αυτά),

- τα εισοδήματα που αποκτούν συμβασιούχοι έργου στα Κ.Ε.Π., Δημόσιο και λοιπά Ν.Π.Δ.Δ.

- τα εισοδήματα που αποκτούν φοιτητές, μεταπτυχιακοί φοιτητές, υποψήφιοι διδάκτορες κ.λ.π. εξαιτίας της συμμετοχής τους σε ερευνητικά προγράμματα, καθώς επίσης και οι περιπτώσεις απόκτησης εισοδημάτων από περιστασιακά απασχολούμενους όπως φοιτητές, νοικοκυρές, άνεργοι κ.λπ. που συμμετέχουν σε εργασίες όπως, έρευνες αγοράς, συγκέντρωση ερωτηματολογίων, συλλογή παλιών αντικειμένων ή σιδήρων και οι οποίοι αποκτούν ευκαιριακά εισόδημα.

Βαγγέλης Μιχελινάκης,

Λογιστής - Φοροτεχνικός

[1] Συντελεστής παρ. 2, αρ.39 του ΚΦΕ