Κάλυψη εξόδων εταίρου από την εταιρεία - παροχή σε είδος

Σε Μον/πη ΕΠΕ η οποία δεν απασχολεί προσωπικό έχουν αγοραστεί με την λήψη τιμολογίων εξόδων τρόφιμα, ενδύματα, υποδήματα και άλλα καταναλωτικά είδη ΜΕΤΡΗΤΟΙΣ χωρίς την χρήση πιστωτικών καρτών. Οι αγορές αυτές θα θεωρηθούν ως μη εκπιπτόμενες δαπάνες φορολογικά. Κατά την άποψη σας οι δαπάνες αυτές θα θεωρηθούν και ως παροχές σε είδος για τον μοναδικό εταίρο της ΕΠΕ; Στην Πολ. 1219/2014, παραγρ.1γ αναφέρεται η χρήση εταιρικών πιστωτικών καρτών, αν η αξία των εξόδων αυτών επιστραφεί σε μετρητά στην εταιρεία από τον εταίρο υπάρχει παροχή σε είδος;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13, του Ν 4172/2013, όπως αυτές ερμηνεύτηκαν με την Πολ. 1219/2014 από τη Διοίκηση, οι παροχές σε είδος που δύναται να θεωρηθούν ως εισόδημα από μισθωτή εργασία για τους μετόχους ή εταίρους αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 5, του άρθρου 13. Συνοπτικά οι ως άνω περιπτώσεις αφορούν:

1) Η αγοραία αξία της παραχώρησης ενός οχήματος, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα ενός φορολογικού έτους, υπολογίζεται σε ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) του κόστους του οχήματος που εγγράφεται ως δαπάνη στα βιβλία του εργοδότη με τη μορφή της απόσβεσης περιλαμβανομένων των τελών κυκλοφορίας, επισκευών, συντηρήσεων, καθώς και του σχετικού χρηματοδοτικού κόστους που αντιστοιχεί στην αγορά του οχήματος ή του μισθώματος. Επισημαίνεται ότι οι λοιπές δαπάνες που αφορούν τα υπόψη οχήματα (καύσιμα, διόδια κλπ) δεν λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της αγοραίας αξίας του παραχωρούμενου εταιρικού οχήματος.

2) Οι παροχές σε είδος με τη μορφή δανείου με τη μορφή έγγραφης συμφωνίας και αποτιμώνται με βάση το ποσό της διαφοράς που προκύπτει μεταξύ των τόκων που θα κατέβαλε ο εργαζόμενος στη διάρκεια του ημερολογιακού μήνα κατά τον οποίο έλαβε την παροχή, εάν το επιτόκιο υπολογισμού των τόκων ήταν το μέσο επιτόκιο αγοράς,

3) Η αγοραία αξία των παροχών σε είδος με τη μορφή δικαιωμάτων προαίρεσης απόκτησης μετοχών προσδιορίζεται κατά το χρόνο άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης ή μεταβίβασής του και ανεξαρτήτως εάν συνεχίζει να ισχύει η εργασιακή σχέση. Η αγοραία αξία άσκησης δικαιώματος είναι η τιμή κλεισίματος της μετοχής στο χρηματιστήριο μειωμένη κατά την τιμή διάθεσης του δικαιώματος.

4) Η αγοραία αξία της παραχώρησης κατοικίας, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα ενός φορολογικού έτους, αποτιμάται στο ποσό του μισθώματος που καταβάλλει η επιχείρηση ή σε περίπτωση ιδιόκτητης κατοικίας σε ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.

Με βάση τα ανωτέρω, όλες οι λοιπές παροχές μεταξύ των οποίων μπορεί να περιλαμβάνονται και η χρήση πιστωτικών καρτών της εταιρείας για αγορά καταναλωτικών αγαθών για προσωπική χρήση, η κάλυψη εξόδων κινητής τηλεφωνία, διδάκτρων ή ασφαλίστρων υγείας, κ.λπ. που αφορούν τους εταίρους (όχι το προσωπικό) δεν αποτελούν εισόδημα από μισθωτή εργασία. Εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση που ο μοναδικός εταίρος ΕΠΕ έχει ταυτόχρονα και την ιδιότητα του διαχειριστή της εταιρείας, οπότε θεωρείται ότι υφίσταται εργασιακή σχέση στην περίπτωση αυτή για το σκοπό του ΚΦΕ (παρ. 2, του άρθρου 12). Αν πράγματι συντρέχει αυτή η περίπτωση έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 1, του άρθρου 13, βάσει των οποίων οποιεσδήποτε παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο αυτού συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά του στην αγοραία αξία τους, εφόσον η συνολική αξία των παροχών σε είδος υπερβαίνει το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ανά φορολογικό έτος.

Κατά τη γνώμη μας, τυχόν επιστροφή των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από την εταιρεία και αφορούν παροχές προς τον διαχειριστή της, στο ταμείο αυτής, ακυρώνει τον χαρακτηρισμό των εξόδων αυτών ως «παροχών», εφόσον λάβει χώρα εντός εύλογου χρονικού διαστήματος (εντός του έτους). Άλλωστε είναι συνήθης η περίπτωση ο διαχειριστής να καλύπτει με δικά του μετρητά δαπάνες της εταιρείας και το αντίστροφό. Αν και η πρακτική αυτή θα πρέπει γενικά να αποφεύγεται, θεωρούμε ότι οι συναλλαγές αυτές δεν παρουσιάζουν φορολογικό ενδιαφέρον (σύναψη δανείου κ.λπ.), εφόσον πραγματοποιείται εκκαθάριση (συμψηφισμός) των εξόδων αυτών σε τακτά χρονικά διαστήματα και πάντοτε εντός της οικείας φορολογικής περιόδου.