Τιμή κτήσης αποθεμάτων

Εμπορική επιχείρηση αγοράζει εμπορεύματα τα οποία μεταπωλεί σε διάφορες τιμές. Παράδειγμα, αρχική τιμή αγοράς 100 ευρώ με έκπτωση 10% (90 ευρώ ), πωλεί στη συνεχεία σε τιμή 50 ευρώ (και όταν παρέχεται από τον προμηθευτή έκπτωση 45 ευρώ μετά την πώληση δηλ. (αρχικά 100-10 = 90 στη συνέχεια 100-10-45= 45 ευρώ κόστος), η τιμή πώλησης διαμορφώνεται από τον προμηθευτή. Σε ποια τιμή θα απογράψουμε τα εμπορεύματα: μέση, τελευταία ή τελική, αφού αφαιρεθούν και οι εκπτώσεις;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΦΑΣ και του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου, ως τιμή απογραφής του τελικού αποθέματος λαμβάνεται η χαμηλότερη ανάμεσα στην τιμή κτήσης και την τρέχουσα τιμή αγοράς (αντικατάστασης). Η τιμή κτήσης καθορίζεται ανάλογα με τη μέθοδο αποτίμησης που ακολουθείται από την επιχείρηση. Οι γενικά παραδεκτές μέθοδοι είναι: η LIFO, η FIFO, η μέθοδος του σταθμικού κόστους κ.λπ. όπως περιγράφονται στην παρ. 7, του ΕΓΛΣ. Στις εν λόγω διατάξεις του ΕΓΛΣ και συγκεκριμένα στην παρ. 6 διατυπώνεται ο ορισμός της τιμή κτήσης ως εξής: Τιμή κτήσης είναι η τιμολογιακή αξία αγοράς των αποθεμάτων, αυξημένη με τα ειδικά έξοδα αγοράς και μειωμένη με τις εκπτώσεις (άμεσο κόστος αγοράς). Συνεπώς, με βάση τα ανωτέρω, η τιμή κτήσης θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις τυχόν εκπτώσεις που χορηγούνται από τον προμηθευτή ακόμη και αν αυτές αποφασίζονται μεταγενέστερα της πώλησης. Άλλωστε στο πιστωτικό τιμολόγιο που θα εκδοθεί για τη χορήγηση της έκπτωσης θα πρέπει να γίνεται μνεία του αρχικού τιμολογίου ούτως ώστε να διευκολύνεται η προσαρμογή της τιμής αγοράς του κάθε είδους (μερίδας) αποθέματος στο μηχανογραφικό σύστημα της επιχείρησης.

Συνεπώς, κατά την απογραφή θα πρέπει να συγκριθεί η τιμή κτήσης, όπως αυτή θα προκύψει με την εφαρμογή μιας από τις παραπάνω μεθόδους (την οποία δεν πρέπει να αλλάζει1), με την τρέχουσα τιμή και να επιλεγεί η χαμηλότερη.

 

1 Σύμφωνα με τον νέο ΚΦΕ (άρθρο 25, Ν. 4172/2013): « Τα αποθέµατα και τα ημικατεργασμένα προϊόντα αποτιμώνται σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες λογιστικής. Ωστόσο, ο φορολογούμενος δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει διαφορετική μέθοδο αποτίμησης κατά τα τέσσερα (4) έτη μετά το φορολογικό έτος κατά το οποίο χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά η μέθοδος αποτίμησης που εφάρμοσε η επιχείρηση».