Φόρος Ακινήτων και αγορά ελληνικής ΑΕ από εταιρεία τρίτης χώρας

ΑE Real Estate, υπέβαλλε δήλωση Ειδικού φόρου ακινήτων και δεν υπάγονταν στον φόρο επειδή υπέβαλε τα σχετικά δικαιολογητικά για την εξαίρεση. To ΦΠ μόνος μέτοχος επιθυμεί να πουλήσει όλη τη συμμετοχή σε εταιρεία Ελβετική η οποία ανήκει από 50% σε δύο ΦΠ Ελβετούς. Η περίπτωση είναι αυτή της παρ.4 του Άρθρου 15 του Νόμου 3091. Όμως η χώρα μας δεν έχει υπογεγραμμένη σύμβαση διοικητικής συνδρομής για την καταπολέμηση της απάτης και της φοροδιαφυγής με την Ελβετία και με καμία τρίτη χώρα. Επομένως σε κάθε περίπτωση όπου πχ Ελβετική ή Αμερικάνικη εταιρεία είναι ο Μέτοχος θα καταβάλλεται Φόρος 15%;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Σύμφωνα με τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 15 του Ν. 3091/2002, από την υποχρέωση καταβολής του ειδικού φόρου 15% επί της αξίας των ακινήτων που κατέχουν νομικά πρόσωπα και οντότητες στην Ελλάδα εξαιρούνται εταιρείες που εδρεύουν εκτός ΕΕ, εφόσον έχουν ονομαστικές μετοχές και μερίδια μέχρι φυσικού προσώπου ή δηλώνουν τα φυσικά πρόσωπα που κατέχουν τις μετοχές ή μερίδια και με την προϋπόθεση ότι τα φυσικά πρόσωπα έχουν αριθμό φορολογικού μητρώου στην Ελλάδα και υπάρχει σύμβαση διοικητικής συνδρομής για την καταπολέμηση της απάτης και της φοροδιαφυγής μεταξύ Ελλάδας και της χώρας της έδρας τους. Η τελευταία προϋπόθεση είναι στην ουσία ανενεργή, καθώς η Ελλάδα δεν έχει υπογράψει τέτοιες συμβάσεις, οι δε συμβάσεις για την αποφυγή της διπλής φορολογίας δεν καλύπτουν αυτή την προϋπόθεση. Οι οδηγίες του Υπ. Οικονομικών δεν δίνουν εξάλλου, περαιτέρω, εξήγηση, για την περίπτωση ειδικά αυτή, ούτε είναι γνωστό να έχει εκδοθεί κάποια ατομική απάντηση επί ερωτήματος που έχει τυχόν υποβληθεί στο Υπουργείο. Ερμηνευτικά θα μπορούσε να υποστηριχθεί η άποψη ότι για εταιρεία όπως αυτή του ερωτήματος θα αρκούσε επικυρωμένο αντίγραφο του μετοχολογίου ή του καταστατικού ή του συστατικού εγγράφου της εταιρείας, με τις τροποποιήσεις του καθώς και βεβαίωση της εκάστοτε αρμόδιας αρχής του κράτους της έδρας, από την οποία να προκύπτουν τα στοιχεία των πραγματικών δικαιούχων της εταιρείας. Επιπλέον, για την Ελβετία θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι επειδή στη χώρα αυτή ειδικά εφαρμόζονται κατ' αρχήν οι Συνθήκες της ΕΕ καθώς και το πλαίσιο ανταλλαγής πληροφοριών που εφαρμόζεται και για τα κράτη μέλη της ΕΕ, το κανονιστικό αυτό πλαίσιο αρκεί αντί της σύμβασης διοικητικής συνδρομής για την καταπολέμηση της απάτης και της φοροδιαφυγής. Δεδομένου, όμως, ότι δεν υφίσταται ρητή απάντηση του Υπουργείου επ' αυτού, αυτή οι παραπάνω ερμηνείες είναι ιδιαίτερα επισφαλείς και το Υπουργείο πιθανότατα δεν θα τις δεχθεί, αλλά θα απαιτήσει τελικά την καταβολή του φόρου 15%.