Άρθρο 74 – Βεβαίωση του φόρου

1. Ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας βεβαιώνει το φόρο, αρχικό ή πρόσθετο, κατά περίπτωση, που προκύπτει:

α) Βάσει των δηλώσεων που υποβάλλονται.

β) Βάσει των φύλλων ελέγχου που αναφέρονται στο άρθρο 68, εφόσον αυτά έχουν οριστικοποιηθεί με διοικητική επίλυση της διαφοράς ή λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής.

γ) Βάσει οριστικών αποφάσεων διοικητικών δικαστηρίων ή πρακτικών δικαστικού συμβιβασμού.

2. Για τη βεβαίωση του φόρου, ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας συντάσσει χρηματικό κατάλογο μέσα σε προθεσμία δύο (2) μηνών από τη λήξη του μήνα που αποκτήθηκε ο τίτλος βεβαίωσης και οπωσδήποτε όχι αργότερα από τρία (3) έτη από το τέλος του έτους στο οποίο αποκτήθηκε ο τίτλος βεβαίωσης.

Η παράλειψη βεβαίωσης του φόρου στην προθεσμία των δύο (2) μηνών αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα, που τιμωρείται σύμφωνα με της διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα.

3. Δεν βεβαιώνεται το ποσό που τελικώς οφείλεται με βάση οποιονδήποτε νόμιμο τίτλο, εφόσον τούτο δεν υπερβαίνει τα είκοσι επτά (27) ευρώ, αθροιστικά λαμβανόμενο για το φορολογούμενο και τη σύζυγό του [506] , [507] .

4. Για τους εγγάμους, εφόσον συντρέχει περίπτωση της παρ. 1 του άρθρου 5, η οφειλή για φόρο, τέλη και εισφορές, που αναλογούν στα εισοδήματά τους βεβαιώνεται χωριστά και η ευθύνη της καταβολής βαρύνει κάθε σύζυγο [508] .

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλο θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου [509] .

5. O φόρος που βεβαιώνεται κατά τη διάρκεια του οικείου οικονομικού έτους ή μεταγενέστερα από τη λήξη του:

α) Με βάση φύλλο ελέγχου που έγινε οριστικό, λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής, καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των τριακοσίων (300) ευρώ, εκτός της τελευταίας [510] . H πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν.

β) Μετά τη διοικητική επίλυση της διαφοράς και την καταβολή του ενός πέμπτου (1/5), το υπόλοιπο καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των τριακοσίων (300) ευρώ, εκτός της τελευταίας [511] . H πρώτη καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από την υπογραφή του πρακτικού μήνα και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν. Αν ο υπόχρεος καταβάλλει εντός της προθεσμίας καταβολής του ενός πέμπτου (1/5), το σύνολο του ποσού που προκύπτει συνεπεία της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, παρέχεται επί αυτού έκπτωση κατά ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%).

Τα παραπάνω ισχύουν ανάλογα και επί δικαστικού συμβιβασμού [512] .

γ) Με βάση απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, καταβάλλεται σε δύο (2) ίσες μηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι το συνολικό ποσό του φόρου δεν είναι μικρότερο τριακοσίων (300) ευρώ [513] . H πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα, και η δεύτερη μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του μήνα που ακολουθεί [514] .

6. Αν δεν επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς και ασκηθεί από το φορολογούμενο εμπρόθεσμη προσφυγή, βεβαιώνεται αμέσως από τον προϊστάμενο της ΔΟΥ ποσοστό πενήντα τοις εκατό του αμφισβητούμενου κύριου φόρου, πρόσθετου φόρου και λοιπών συμβεβαιούμενων με αυτόν φόρων και τελών [515] .

Το ποσό αυτό βεβαιώνεται μετά την πάροδο της προθεσμίας για διοικητική επίλυση της διαφοράς και πριν από τη διαβίβαση της προσφυγής στο διοικητικό δικαστήριο και καταβάλλεται εφάπαξ μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από τη βεβαίωση μήνα.

Η αναστολή που χορηγείται κατά τις διατάξεις των άρθρων 200 έως 205 του Ν 2717/1999 (ΦΕΚ Α΄ 97), δεν αποκλείει την ολοκλήρωση της διαδικασίας βεβαίωσης και ταμειακώς του παραπάνω ποσοστού του αμφισβητούμενου κύριου φόρου, του πρόσθετου φόρου και των λοιπών συμβεβαιούμενων φόρων και τελών [516] .

7. Φόρος που έχει ήδη βεβαιωθεί κατά το ποσό που δεν οφείλεται με βάση οριστική απόφαση του διοικητικού πρωτοδικείου, εκπίπτει ή επιστρέφεται κατά περίπτωση. Τυχόν άσκηση έφεσης από το Δημόσιο κατά οριστικών αποφάσεων διοικητικών πρωτοδικείων δεν αναστέλλει σε καμιά περίπτωση τη διαδικασία της έκπτωσης των ποσών που βεβαιώθηκαν ή της επιστροφής των ποσών που καταβλήθηκαν αλλά δεν οφείλονται βάσει των αποφάσεων αυτών.

8. Βάσει των αποφάσεων των διοικητικών εφετείων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας, ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας προβαίνει σε νέα εκκαθάριση φόρου και ενεργεί συμπληρωματική βεβαίωση του επιπλέον φόρου που τυχόν οφείλεται ή έκπτωση του επιπλέον ποσού φόρου που βεβαιώθηκε.

9. Φόροι, τέλη και εισφορές που βεβαιώνονται, βάσει προσωρινού φύλλου ελέγχου, που εκδόθηκε μετά από προσωρινό έλεγχο που προβλέπεται από την παράγραφο 4 του άρθρου 67, μετά την υπογραφή του πρακτικού και την καταβολή του 1/5 αυτών, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 24 του N 2523/1997, καταβάλλονται, κατά το υπόλοιπο μέρος αυτών, σε έξι ισόποσες μηνιαίες δόσεις με τον περιορισμό ότι κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των τριακοσίων ευρώ, εκτός της τελευταίας. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου από την υπογραφή του πρακτικού μήνα και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν. Επί δικαστικού συμβιβασμού ο φόρος καταβάλλεται εφάπαξ. Η άσκηση προσφυγής ενώπιον του διοικητικού δικαστηρίου δεν αναστέλλει την προσωρινή βεβαίωση του φόρου, ο οποίος καταβάλλεται εφάπαξ [517] .

Από το φόρο, τέλη και εισφορές που βεβαιώνονται τελεσίδικα, βάσει του οριστικού φύλλου ελέγχου, ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας εκπίπτει τα ποσά που καταλογίστηκαν με το προσωρινό φύλλο ελέγχου.

Οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παρ. 6 ισχύουν και για τη βεβαίωση των φόρων, τελών και εισφορών βάσει προσωρινού φύλλου ελέγχου για το οποίο ασκήθηκε προσφυγή [518] .

10. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ο φόρος που προκύπτει στην περ. β΄ της παρ. 5 μπορεί να καταβάλλεται και σε περισσότερες μηνιαίες δόσεις που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνουν τις τριάντα έξι (36) [519] .

[ 507 ]. Τα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 3 του άρθρου 74, αφού προηγουμένως τα δραχμικά ποσά που αναφέρονταν σε αυτά είχαν καθοριστεί σε ευρώ με το άρθρο 9 παρ. 88 και 89 του Ν 2948/2001 (ΦΕΚ Α΄ 242/19.10.2001), ισχύς από 1.1.2002, καταργήθηκαν με το άρθρο 5 παρ. 11 του Ν 3522/2006 , (ΦΕΚ 276/22.12.2006), ισχύς από 1.1.2007 για τα εισοδήματα που αποκτώνται και τις δαπάνες που πραγματοποιούνται, κατά περίπτωση, από την ημερομηνία αυτή και μετά. Τα καταργηθέντα εδάφια όριζαν: «Επίσης, αμελείται η βεβαίωση και η καταβολή του ποσού της οφειλής, η οποία προκύπτει στο συνολικό εισόδημα του συνταξιούχου, εφόσον τούτο δεν υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και ο φορολογούμενος έχει υπερβεί την ηλικία των εξήντα πέντε (65) ετών. Αν το συνολικό εισόδημα του συνταξιούχου υπερβαίνει τα τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ, το διαθέσιμο εισόδημα που απομένει σε αυτόν, μετά την αφαίρεση της οφειλής, η οποία προκύπτει από το εισόδημά του για κύριο και συμπληρωματικό φόρο, τέλη και εισφορές που συμβεβαιώνονται με το φόρο, δεν μπορεί να είναι κατώτερο από τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ».

[ 506 ]. Όπως το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 74 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 3 παρ. 18 του Ν 2873/2000 (ΦΕΚ Α΄ 285/28.12.2000), ισχύς για εισοδήματα που αποκτούν οι υπόχρεοι από 1.1.2001 και εφεξής. Το δραχμικό ποσό των εννέα χιλιάδων (9.000) δραχμών του ιδίου εδαφίου καθορίσθηκε σε ευρώ με το άρθρο 9 παρ. 87 του Ν 2948/2001 (ΦΕΚ Α΄ 242/19.10.2001, ισχύς από 1.1.2002).

[ 508 ]. Όπως η παρ. 4 του άρθρου 74 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 8 παρ. 16α του Ν 3842/
2010 (ΦΕΚ Α΄ 58/23.4.2010), εφαρμογή για τις δηλώσεις του οικονομικού έτους 2011 και μετά, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 16β του ιδίου νόμου. Η αντικατασταθείσα παράγραφος όριζε: «4. Για τους εγγάμους, εφόσον συντρέχει περίπτωση της παρ. 1 του άρθρου 5, η οφειλή για φόρο, τέλη και εισφορές, που αναλογούν στα εισοδήματά τους βεβαιώνεται στο όνομα του συζύγου, η ευθύνη όμως για την καταβολή της οφειλής, που αναλογεί στα εισοδήματα καθενός συζύγου, βαρύνει καθένα σύζυγο χωριστά. Επίσης, εφόσον συντρέχει η περίπτωση της παρ. 2 του άρθρου 5, για την καταβολή της οφειλής, η οποία αναλογεί επιμεριστικά στο εισόδημα που προστίθεται και φορολογείται στο όνομα του ενός συζύγου, ευθύνεται εις ολόκληρον και ο άλλος σύζυγος.Αν με αίτηση του ενός συζύγου ζητηθεί ο διαχωρισμός της οφειλής που προκύπτει από την κοινή δήλωση των συζύγων, ο αρμόδιος προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας υποχρεούται να του ανακοινώσει με σχετικό έγγραφό του το ποσό αυτής της οφειλής. Το έγγραφο αυτό αποτελεί νόμιμο τίτλο, η ισχύς του οποίου ανάγεται στο χρόνο που έγινε η βεβαίωση του ολικού ποσού αυτής της οφειλής. Οι υπόχρεοι σε υποβολή δήλωσης, στις περ. α΄ και β΄ της παρ. 3 του άρθρου 61, ευθύνονται εις ολόκληρον με τους υποχρέους για την καταβολή του φόρου και έχουν δικαίωμα αναγωγής.».

[ 509 ]. Όπως το τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 74 προστέθηκε με το άρθρο 8 παρ. 17 του Ν 3842/2010 (ΦΕΚ Α΄ 58/23.4.2010), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 92 παρ. 2 του ιδίου νόμου.

[ 510 ]. Όπως το δραχμικό ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών της περ. α΄ της παρ. 5 του άρθρου 74 καθορίσθηκε σε ευρώ με το άρθρο 9 παρ. 90 του Ν 2948/2001 (ΦΕΚ Α΄ 242/19.10.2001), ισχύς από 1.1.2002.

[ 511 ]. Όπως το δραχμικό ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών της περ. β΄ της παρ. 5 του άρθρου 74 καθορίσθηκε σε ευρώ με το άρθρο 9 παρ. 91 του Ν 2948/2001 (ΦΕΚ Α΄ 242/19.10.2001), ισχύς από 1.1.2002.

[ 512 ]. Όπως το τελευταίο εδάφιο της περ. β΄ της παρ. 5 του άρθρου 74 προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 5 του Ν 2753/1999 (ΦΕΚ Α΄ 249/17.11.1999), ισχύς από 17.11.1999.

[ 513 ]. Όπως το δραχμικό ποσό των εκατό χιλιάδων (100.000) δραχμών του πρώτου εδαφίου της περ. γ΄ της παρ. 5 του άρθρου 74 καθορίσθηκε σε ευρώ με το άρθρο 9 παρ. 92 του Ν 2948/2001 (ΦΕΚ Α΄ 242/19.10.2001, ισχύς από 1.1.2002).

[ 514 ]. Όπως η παρ. 5 του άρθρου 74 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 30 παρ. 1 του Ν 2648/1998 (ΦΕΚ Α΄ 238/22.10.1998), ισχύς από 1.12.1998 και εφεξής, κατά το άρθρο 48 παρ. 2 του ίδιου ως άνω νόμου.

[ 515 ]. Όπως το πρώτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 74 αντικαταστάθηκε και το ποσοστό βεβαίωσης του φόρου σε περίπτωση άσκησης προσφυγής του πρώτου εδαφίου της παρ. 6 του άρθρου 74 αυξήθηκε από 25% σε 50% από το άρθρο 21 παρ. 7α του Ν 3943/2011 (ΦΕΚ Α΄ 66/31.3.2011), ισχύς για προσφυγές που ασκούνται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου (31.3.2011) και εφεξής, σύμφωνα με την παρ. 7β του ίδιου άρθρου. Προηγουμένως, το πρώτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 74 είχε αντικατασταθεί από το άρθρο 28 παρ. 1 του Ν 2648/1998 (ΦΕΚ Α΄ 238/22.10.1998, ισχύς από 1.12.1998) και το ποσοστό βεβαίωσης του φόρου σε περίπτωση άσκησης προσφυγής είχε μειωθεί αρχικά από είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) σε δέκα τοις εκατό (10%) με το άρθρο 5 παρ. 9 του Ν 3296/2004 (ΦΕΚ Α΄ 253/14.12.2004), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ και μετά επανήλθε πάλι σε είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) από το άρθρο 81 παρ. 2α του Ν 3842/2010 (ΦΕΚ Α΄ 58/23.4.2010), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 92 παρ. 2 του ιδίου νόμου.

[ 516 ]. Όπως το τελευταίο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 74 προστέθηκε με το άρθρο 46 παρ. 9 του Ν 3220/2004 (ΦΕΚ Α΄ 15/28.1.2004), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 56 περ. δ΄ του ιδίου νόμου.

[ 517 ]. Όπως τα δύο πρώτα εδάφια της παρ. 9 του άρθρου 74 αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 21 παρ. 8α του Ν 3943/2011 (ΦΕΚ Α΄ 66/31.3.2011), εφαρμογή για πρακτικά που υπογράφονται ή οριστικοποιούνται ή για τις προσφυγές που ασκούνται από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και μετά, σύμφωνα με την παρ. 8β του ίδιου νόμου. Τα αντικατασταθέντα εδάφια όριζαν: «Φόροι, τέλη και εισφορές που βεβαιώνονται βάσει προσωρινού φύλλου ελέγχου, που εκδόθηκε μετά από τον προσωρινό έλεγχο που προβλέπεται από την παρ. 4 του άρθρου 67, καταβάλλονται εφάπαξ. Η τυχόν άσκηση προσφυγής ενώπιον του διοικητικού Πρωτοδικείου δεν αναστέλλει την προσωρινή βεβαίωση του φόρου.».

[ 518 ]. Όπως το τελευταίο εδάφιο της παρ. 9 του άρθρου 74 προστέθηκε με το άρθρο 46 παρ. 10 του Ν 3220/2004 (ΦΕΚ Α΄ 15/28.1.2004), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ.

[ 519 ]. Όπως η παρ. 10 του άρθρου 74 προστέθηκε με το άρθρο 46 παρ. 17 του Ν 3220/2004 (ΦΕΚ Α΄ 15/28.1.2004), ισχύς από τη δημοσίευση του νόμου στην ΕτΚ, σύμφωνα με το άρθρο 56 περ. δ΄ του ιδίου νόμου. Σύμφωνα δε με το άρθρο 46 παρ. 18 του Ν 3220/2004 , οι διατάξεις της παραγράφου 10 του άρθρου 74 του ΚΦΕ εφαρμόζονται και στο ΦΠΑ και στις άλλες φορολογίες.