3 Σεπτεμβρίου 2007
Απαλλαγή αγοράς νέας (μεγαλύτερης) πρώτης κατοικίας

Ανύπαντρος άνδρας αγοράζει Α΄ Κατοικία 55 τ.μ. (με απαλλαγή). Έπειτα από 6 χρόνια παντρεύεται και θέλει να αγοράσει μεγαλύτερο σπίτι. Αυτό περί αλλαγής οικογενειακών αναγκών πως λειτουργεί; Δηλαδή μπορεί να αγοράσει και άλλο σπίτι (από κοινού με την σύζυγο) χωρίς να πληρώσει φόρο;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Με τις διατάξεις του άρθρου 10 του Ν.3091/2002 επήλθαν αλλαγές στο καθεστώς που ίσχυε για την απαλλαγή της πρώτης κατοικίας από τον φόρο μεταβίβασης.
Σύμφωνα με αυτές εάν ένα διαμέρισμα που κάποιος φορολογούμενος είχε αγοράσει με απαλλαγή δεν καλύπτει πλέον τις στεγαστικές του ανάγκες έχει τη δυνατότητα να αγοράσει νέο με απαλλαγή με την προϋπόθεση όμως ότι θα καταβάλλει τον φόρο από τον οποίο είχε απαλλαγεί την πρώτη φορά.
Οι στεγαστικές ανάγκες της οικογένειας θεωρείται ότι καλύπτονται, αν το εμβαδόν της κατοικίας ή του ιδανικού μεριδίου της κατοικίας είναι 70 τ.μ., προσαυξανόμενα κατά 20 τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά 25 τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα, των οποίων την επιμέλεια έχει ο δικαιούχος.
Διευκρινίζεται ότι για τη χορήγηση της νέας απαλλαγής κατά τα ανωτέρω και τον υπολογισμό του φόρου που αναλογεί στην αξία του πρώτου ακινήτου, θα εφαρμοστούν οι διατάξεις της οικείας φορολογίας της πρώτης απαλλαγής (κληρονομιών - γονικών παροχών - φόρου μεταβίβασης ακινήτων) και δεν θα επιβληθεί πρόσθετος φόρος ή πρόστιμο.
Δηλαδή :
Προκειμένου να καταβληθεί - κατά τα ανωτέρω - ο φόρος της πρώτης απαλλαγής, πρέπει να υποβληθεί σχετική δήλωση κληρονομιάς, γονικής παροχής ή φόρου μεταβίβασης ακινήτων (ανάλογα με την αιτία της πρώτης απαλλαγής) στη Δ.Ο.Υ. που ήταν αρμόδια για την πρώτη απαλλαγή και η οποία προβαίνει σε νέα εκκαθάριση και βεβαίωση της διαφοράς του φόρου. Για τον υπολογισμό του επιμεριστικά αναλογούντα φόρου, γίνεται συνυπολογισμός, στην αξία που είχε αρχικά υπαχθεί σε φόρο, της αξίας που αναλογεί στο τμήμα εκείνο που είχε τύχει της απαλλαγής. Π.χ. Έστω ότι ο Α άγαμος το έτος 2002 είχε τύχει απαλλαγής πρώτης κατοικίας από το φόρο μεταβίβασης για ποσό 42.000 ευρώ επί συνολικής αξίας ακινήτου 84.000 ευρώ και είχε φορολογηθεί για την υπόλοιπη αξία των 42.000 ευρώ. Σήμερα που επιθυμεί τη χορήγηση νέας απαλλαγής και πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις, η αξία του ακινήτου ανέρχεται σε 100.000 ευρώ. Από αυτή την αξία θα υπαχθεί σε φόρο μόνο το τμήμα της που αναλογεί στην αξία που είχε αρχικά τύχει της απαλλαγής και το οποίο (τμήμα της) θα υπολογισθεί με την ακόλουθη μέθοδο:
Επί αξίας ακινήτου 84.000 € έτυχε απαλλαγής για αξία 42.000 €
Σε σημερινή αξία 100.000 € η απαλλαγή αντιστοιχεί σε Χ; €
Χ = 42.000 Χ100.000 = 50.000 €
ʼρα, σήμερα θα υπαχθεί σε φόρο για αξία 50.000 € και θα εφαρμοσθούν οι διατάξεις περί συνυπολογισμού, δηλαδή: θα υπολογισθεί ο φόρος στο άθροισμα της αξίας που είχε φορολογηθεί αρχικά και της αξίας που αναλογεί στο ποσό της απαλλαγής (42.000 + 50.000 = 92.000 €) και θα αφαιρεθεί από αυτόν ο φόρος που είχε αρχικά βεβαιωθεί.
Στην περίπτωση που από το χρόνο υποβολής της συμπληρωματικής δήλωσης μέχρι το χρόνο απόκτησης της νέας – πρώτης κατοικίας μεταβληθεί η αξία του πρώτου ακινήτου, για το οποίο αίρεται η απαλλαγή, θα υποβληθεί νέα δήλωση με τη νέα αξία αυτού και θα διενεργηθεί νέα εκκαθάριση του φόρου.
Με την εξόφληση του φόρου χορηγείται σχετικό πιστοποιητικό (για την υποβολή της δήλωσης και την εξόφληση) το οποίο προσκομίζεται στη Δ.Ο.Υ. την αρμόδια για τη χορήγηση της νέας απαλλαγής. Για διευκόλυνση των Δ.Ο.Υ., είναι δυνατόν αντί της χορήγησης πιστοποιητικού να χορηγείται θεωρημένο αντίγραφο της οικείας δήλωσης με βεβαίωση επ’ αυτής ότι εξοφλήθηκε ολόκληρος ο επιμεριστικά οφειλόμενος για το ακίνητο φόρος. Στην περίπτωση που η Δ.Ο.Υ. που είχε χορηγήσει την πρώτη απαλλαγή καθώς και η Δ.Ο.Υ. που είναι αρμόδια για τη νέα απαλλαγή είναι η ίδια, δεν απαιτείται η έκδοση πιστοποιητικού, καθόσον η διαδικασία παρακολουθείται από την ίδια.