13 Μαρτίου 2017

Παροχές σε είδος, φορολόγηση και ασφαλιστικές εισφορές

Α.Ε. αναλαμβάνει τα νοσήλια 50.000 με ΦΠΑ και τις αμοιβές των ιατρών 10.000 για λογαριασμό υπαλλήλου της. Με δεδομένο ότι οι δαπάνες αυτές συνιστούν παροχή σε είδος και τα παραστατικά έχουν εκδοθεί στο όνομα της, ερωτάται: 1. Για να εκπέσει τις παραπάνω δαπάνες θα πρέπει να καταβάλει και ασφαλιστικές εισφορές στο ΙΚΑ;  

2. Αν πρέπει να δηλωθούν ως εισόδημα από τον δικαιούχο υπάλληλο πώς θα φορολογηθούν;  (Αναπηρία 67% έως 4.11.2016 και 80% από 5.11.2016).

Τα παραστατικά είναι με ημερομηνία 18.10.2016.

Θα έχει απαλλαγή από το φόρο λόγω του 80% αναπηρίας, για ολόκληρο το έτος;

Ή θα υπολογιστεί αναλογικά ο φόρος;

 

Απάντηση:

1. Η νομοθεσία που διέπει την λειτουργία του ΙΚΑ (ΑΝ 1846/1951, όπως ισχύει), οι εκδοθείσες εγκύκλιοι και η σχετική νομολογία, εξακολουθούν να ισχύουν, κατά βάση, και μετά την ψήφιση του νέου ασφαλιστικού νόμου 4387/2016, ανεξαρτήτως της ένταξης του στον ΕΦΚΑ. Σύμφωνα με το πλαίσιο αυτό, στην έννοια των αποδοχών και του μισθού, περιλαμβάνεται το σύνολο κάθε είδους χορηγήσεων, σε χρήμα ή σε είδος, με την προϋπόθεση όμως ότι καταβάλλονται ως αντάλλαγμα της εργασίας του μισθωτού (ΑΠ 374/2006, ΑΠ 617/1995), που κατά την άποψή μας δεν μπορεί να είναι οι παροχές που αναφέρονται στο ερώτημά σας.

Επιπλέον, από πλήθος δικαστικών αποφάσεων (νομολογία), έχει κριθεί ότι παροχές που προσφέρονται στον μισθωτό από την επιχείρηση (εργοδότης), χωρίς να σχετίζονται με την παρεχόμενη εργασία του, δηλαδή δεν παρέχονται ως αντάλλαγμα αυτής, δεν θεωρούνται «μισθός», συνεπώς δεν επιβαρύνονται με ασφαλιστικές εισφορές (βλέπε για παράδειγμα: ΕφΑθ 1058/1983).

Ακολούθως, όπως αναφέραμε και στην προηγούμενη απάντησή μας, ο ΚΦΕ (Ν 4172/2013), με το άρθρο 22, καθιερώνει κανόνες για την έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των ασκούντων επιχειρηματική δραστηριότητα, εκείνων των δαπανών που πραγματοποιούνται προς το συμφέρον της επιχείρησης, αντιστοιχούν σε πραγματική συναλλαγή και εγγράφονται στα λογιστικά βιβλία.

Συνεπώς, ως προς την έκπτωση της δαπάνης, θα πρέπει να ελέγξετε το γενικό, αλλά και το ειδικό πλαίσιο που ισχύει για το ζήτημα αυτό.   

2. Οι παροχές σε είδος που λαμβάνει ένας εργαζόμενος, συνυπολογίζονται στο φορολογητέο εισόδημά του, βάσει των διατάξεων του άρθρου 13 του ΚΦΕ, εφόσον η συνολική τους αξία υπερβαίνει το ποσό των 300 ευρώ, με την επιφύλαξη συγκεκριμένων παροχών σε είδος που απαριθμούνται στις παραγράφους 2, 3, 4 και 5 του ως άνω άρθρου. Υπό την έννοια αυτή, οι παροχές που αναφέρετε στο ερώτημά σας, εντάσσονται κανονικά στις παροχές σε είδος του άρθρου 13 και αθροίζονται στο εισόδημα του εργαζόμενου, ανεξαρτήτως αν εκπίπτουν ή όχι από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης.

Βάσει της παρ. 2 του άρθρου 14 του ΚΦΕ, μεταξύ των κατηγοριών εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις που απαλλάσσονται από το φόρο, είναι και οι μισθοί, οι συντάξεις και η πάγια αντιμισθία που χορηγούνται σε ανάπηρους με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 80% (περ. ε).

Γεγονός είναι ότι οι παροχές σε είδος προστίθενται μεν στις αποδοχές από μισθωτή εργασία και εκλαμβάνονται ως εισόδημα αυτής της κατηγορίας, ωστόσο η σχετική απαλλακτική διάταξη, του άρθρου 14 ως άνω, αναφέρεται σε μισθό (και όχι σε παροχές σε είδος).

Για το θέμα αυτό είχε κατατεθεί ερώτημα από το Υπουργείο Οικονομικών  (με αριθ. πρωτ. ΔΕΑΦΒ 1165499 ΕΞ 2015/30-11-2015) προς το ΝΣΚ, σχετικά με την φορολογική μεταχείριση των αμοιβών που καταβάλλονται σε μέλη του ΔΣ εταιρείας με ποσοστό αναπηρίας 80%, οι οποίες δεν προέρχονται από τα κέρδη της εταιρείας ώστε να θεωρηθούν μέρισμα, αλλά ούτε και από την παροχή υπηρεσιών των μελών ΔΣ πέραν της ιδιότητας τους αυτής, (όπως υπηρεσίες μηχανικού λογιστή δικηγόρου κ.λπ.). Στην προκειμένη περίπτωση ανέκυψε ο προβληματισμός αν οι εν λόγω αμοιβές εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της απαλλακτικής διάταξης της περίπτωσης ε' της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του Ν 4172/2013, με την οποία ασχολούμαστε στο ερώτημά σας.

Η απάντηση που δόθηκε στο ως άνω τεθέν ερώτημα από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Τμήμα Β') και η οποία απάντηση έγινε δεκτή από τον Υπουργό Οικονομικών (Πολ. 1098/2016), κατέληγε στο ότι «τα μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων των ανωνύμων εταιρειών, με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 80%, δικαιούνται της προβλεπόμενης φοροαπαλλαγής της περιπτώσεως ε' της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του Ν 4172/2013 για την αμοιβή που καταβάλλεται σε αυτά για τις παρεχόμενες υπηρεσίες τους υπό την ανωτέρω ιδιότητά τους που δεν προέρχεται από τα κέρδη της εταιρείας, ή από την παροχή υπηρεσιών τους πέραν της ιδιότητάς τους ως μελών του Δ.Σ.».

Το σκεπτικό της γνωμοδότησης[1] εστιάζει στο σημείο των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του ΚΦΕ, όπου: «αναφέρονται περιοριστικά οι κατηγορίες εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις, οι οποίες, βάσει κοινωνικών κριτηρίων, απαλλάσσονται από τον φόρο, μεταξύ των οποίων, σύμφωνα με την περίπτωση ε' της παρ. 2 του άρθρου 14, περιλαμβάνονται οι μισθοί, οι συντάξεις και η πάγια αντιμισθία που χορηγούνται σε αναπήρους με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 80%. Από την αντιπαραβολή της εν λόγω απαλλακτικής του φόρου διατάξεως προς την διάταξη του άρθρου 12 παρ. 3, όπου καταγράφονται τα θεωρούμενα ως καθαρά εισοδήματα από μισθωτή εργασία και συντάξεις, προκύπτει ότι η θεσπιζόμενη απαλλαγή δεν αφορά σε όλες τις κατ' ιδίαν μορφές των ακαθαρίστων εισοδημάτων του άρθρου 12 παρ, 3, αλλά μόνο στους μισθούς, τις συντάξεις και την πάγια αντιμισθία. Ωστόσο, είναι προφανές ότι η παράλειψη του νομοθέτη να μνημονεύσει ρητώς, στην ως άνω διάταξη του άρθρου 14, παρ. 2, περ. ε' του ΚΦΕ, ως απαλλασσόμενα και τα εισοδήματα των αναπήρων, τα οποία προέρχονται από αμοιβές (ή από ημερομίσθια κλπ), δεν δύναται να οδηγήσει σε αποκλεισμό της φορολογικής απαλλαγής για τα εν λόγω εισοδήματα. Και τούτο, διότι ο αποκλεισμός αυτός θα ήταν σαφώς αντίθετος τόσο προς τις θεμελιώδεις αρχές που πηγάζουν από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 4 του Συντάγματος, όσο και προς την συνταγματική πρόβλεψη για την υποχρέωση της πολιτείας να προνοεί για την προστασία των αναπήρων (άρθρο 21, παρ. 3)». 

Σύμφωνα με τα παραπάνω θα μπορούσε να υποβληθεί σχετικό ερώτημα προς το Υπουργείο, ώστε να επεκταθεί, κατά μία έννοια, το σκεπτικό της ως άνω γνωμοδότησης του ΝΣΚ και σε άλλες κατηγορίες αποδοχών που δεν είναι μεν «μισθός», αλλά είναι παροχές σε είδος, που όμως οι δικαιούχοι είναι πρόσωπα με αναπηρία τουλάχιστον 80%.

Οίκοθεν νοείται, ότι αναφερόμαστε σε πρόσωπα με αυτό το ποσοστό αναπηρίας και όχι με το 67%, το οποίο δεν περιλαμβάνεται στις απαλλαγές του νόμου.

Συνεπώς, με τα δεδομένα που υφίστανται, δεν είναι ξεκάθαρο αν οι συγκεκριμένες παροχές σε είδος, προστιθέμενες στο εισόδημα του εργαζόμενου με 80% αναπηρία, θα τύχουν φορολογικής απαλλαγής.



[1] Βλέπε σχετικό σχόλιο στο περιοδικό «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ», τεύχος ΑΥΓ-ΣΕΠ 2016, σελίδα 812.

 

Παρακαλώ περιμένετε...

loading
 
Ερώτηση Ασφαλείας: Επιλέξτε μία σημαντική για εσάς ημερομηνία

Σημειώστε την ημερομηνία που θα επιλέξετε, σε περίπτωση που σας ζητηθεί στο μέλλον από το σύστημα για λόγους ασφαλείας.

Επιβεβαιώστε τον λογαριασμό σας

Παρακαλώ συμπληρώστε την σημαντική για εσάς ημερομηνία που έχετε καταχωρίσει ως ερώτηση ασφαλείας.